5.
Δὲ μένουν χέρια πιά, δὲν ἔμεινε
κορμὶ νὰ ταξιδέψει πάνω στὴ φωνή σου.
Κι ἡ ἐλπίδα σακατεύτηκε.
Γιατί ἐπιμένω;
Σὰ νἄχω γυρίσει ἀπὸ μουσεῖο. Τὰ ἴδια
γνωστὰ ἐκθέματα. Ὀνόματα βαριὰ
ποὺ σκιάζουν τὸ ἀνάγλυφο φεγγάρι τοῦ στήθους σου.
Ἀνάσα μνήμης. Πάντα…
Τώρα ἡ νύχτα προχώρησε.
Τὰ κορμιὰ ἔχουν τὶς δικές τους κινήσεις
καὶ δὲν μιλοῦν.
VIII
Ἀγαπᾶς νὰ ζωγραφίζεις τὶς κραυγές,
Σκαρφαλώνεις σὲ μαντεμένιο ξάρτι
ὑπερβατικὸς ἀριθμὸς μέσα σὲ ξαφνικὰ τηλεφωνήματα.
Τὰ γκρίζα σου λόγια δέθηκαν μέσα μου.
Τὰ νοιώθω νὰ μεγαλώνουν, νὰ γίνονται
καταυλισμοί,
πολιτεῖες,
προπλάσματα μελλοντικῶν γαλαξιῶν.
Θὰ μείνουμε, ὅμως, ἐδῶ.
Μὲ τὶς ὄρθιες κακίες μας. Αἰωρούμενοι
ἀνάμεσα στὴν ἡδονὴ καὶ στὸ θάνατο.
IX
Ὑπάρχουν κι ὅλα ἐκεῖνα ποὺ ἐπιμένουν.
Ροπές. Ὀρυκτά. Ἡ ἄλλη δοκιμασία.
Σ’ ἀκολουθῶ μαντεύοντας
κινήσεις ἀπεγνωσμένες
χρησμοὺς ἀνερμήνευτους.
Τὸ φρύδι τοῦ γκρεμοῦ.
Ἀνάλαφρο ἀεράκι πάνω ἀπ’ τὰ ροῦχα σου.
Καὶ ἡ οὐσία τῆς πέτρας.
VII
Ἡ πίσω μεριὰ τῆς Ἀκοῆς. Τὸ θέαμα καὶ τὸ κλάμμα.
Μὴν ἀφήνεσαι! Ἂν πεῖς ΕΓΩ, τὸ παράθυρο
θὰ γεμίσει κρούσταλλα.
Ἂς εἶναι πάντα τούτη ἡ κάμαρα
σὰν ἕνας αὐλόγυρος γεμάτος σπουργίτια.
Κράσπεδο καὶ δοκιμασία.
Πρόσεχε! Τὸ χέρι σου εἶν’ ἕνας ταξιδιώτης.
Τὸ βλέπω νὰ φτερουγίζει ἀπελπισμένα
Πάνω στὰ γόνατά σου.
Ἀργοπεθαίνει τὸ χέρι σου.
ΧΙ
Τὸ αἷμα ξαφνιάστηκε μέσα στὶς ἀρτηρίες.
Ὁ ἥλιος κρυμμένος σ’ ἕνα γράμμα σου
καθὼς βαθιὰ μὲς τὸ συρτάρι ἕνα μαντήλι πράσινο.
Μ’ αὐτὸ κρατοῦσες τὸν πρῶτο χορὸ — θυμᾶσαι;
Μ’ αὐτὸ κρατήσαμε καὶ λίγη θάλασσα στὰ χείλη.
Βάζω στεφάνι στὴν εἰκόνα σου.
Μιὰ ὑπόσχεση· μιὰ φωνὴ ποὺ κολύμπησε πάλι
ἀνάμεσα σὲ ξεχασμένουν στίχους…
Ἡ εὐτυχία εἶν’ ἕνα θλιμμένο ἄγαλμα.
Πηγή: https://natashazacharopoulou.blogspot.com/2022/07/i.html?fbclid=IwAR085XEv0M2mDanFi7dnC8cNhI1fGqlJhGLhXe7f_xwguZtsnO_HlVMK4Uc
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου