Γιατί πολύ αγαπήθηκε, δε θα τη βρεις, εκεί που
μοναχή κουρνιάζει, αλλοπαρμένη, κι από παντού τη
χρύσωσαν και την κρατούν, χίλια βελόνια φορεσιά
σφραγίζει, μύρια βελόνια να κρυφτούν τα ματωμέ-
να της, το χαλασμένο δέρμα να κρυφτεί, στόμα
που εφίλειε.
Κι απ’ το πολύ που χάλκευε και πελεκά το άδικο
των πετραδιών, τ’ αμύθητα, τη βία των μετάλ-
λων, τα δάχτυλα, μόλις που γνώρισαν το στίλβος,
τα τρυφερά της δάχτυλα ένα ένα λιώνοντας στο
έρεβος των χρυσοφόρων.
Στη σιδερή της φορεσιά σωπάζοντας, μετά τον
τρόμο, δέσποινα που αγαπήθηκε πολύ,
κι ήταν ωραία, και αχρεία, Θε μου
Από τη συλλογή: Μ' ένα στεφάνι φως (2003)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου