Τη φωτιά της δημιουργίας δεν την συντηρούν οι φυλακισμένοι φύλακες της κληρονομιάς των νεκρών, ούτε οι λογικοί και πραχτικοί που περπατούν πάντα στα σίγουρα και αποφεύγουν να κάνουν ένα βήμα εκεί που το έδαφος κουνιέται κάτω από τα πόδια τους, ούτε οι ήρεμοι επιστήμονες οι φορτωμένοι σοφία μα χωρίς μακρινά οράματα και καμμιά ανησυχία στην ψυχή, ούτε οι μικροί φιλόδοξοι, που έταξαν ως σκοπούς της ζωής τους, τους επαίνους των πρεσβυτέρων, την κοινωνική υπόληψη κι ένα τιμητικό αξίωμα. Είναι γεμάτοι τέτοιους ανθρώπους οι δρόμοι της Αθήνας κι ωστόσο η Ελλάδα δε δημιουργεί, η Ελλάδα δεν πραγματοποιεί τίποτα όμορφο. Η Ελλάδα -ας πω την τρομερή λέξη- δεν επιδιώκει τίποτα το μεγάλο. Τη φωτιά την συντηρούν οι ανυπόταχτοι, οι ανικανοποίητοι, οι τυχοδιώκτες της ψυχής και τους πνεύματος, οι άνθρωποι που τους σέρνει το πλεόνασμα των δυνάμεών τους, πιο μακριά από τους ορίζοντες και πιο υψηλά από το επίπεδο του πλήθους. Τη συντηρεί ο Άσωτος Υιός. Αν αυτός λείψει, ο τόπος σας όσο κι αν τον νοικοκυρέψετε δε θα αξίζει πολλά.
Τετάρτη 24 Μαρτίου 2021
Γιώργος Θεοτοκάς-Ελεύθερο πνεύμα (αποσπάσματα)
Αλίμονο στην Ελλάδα, αν στηρίζει το μέλλον της μονάχα στις άμορφες μάζες των φρόνιμων παιδιών. Το ιδανικό τους είναι μια ήρεμη και γλυκιά μεσημβρινή Ελβετία, υπόδειγμα τάξης, άνεσης και μακαριότητας, χωρίς καμία αγωνία, κανένα μεγάλο όνειρο, καμμιά τρέλα, καμμιά δημιουργική πνοή. Μα είναι δυνατό να καταντήσει Ελβετία αυτή η χώρα του Οδυσσέα;
Μερικοί μάλιστα ρίχνουν στο κράτος τις μεγαλύτερες ευθύνες για την κατάσταση. Είναι νομίζω μεγάλη παρεξήγηση των πραγμάτων να περιμένει κανείς από το Κράτος να δημιουργήσει πνευματική ζωή. Ούτε οι Ακαδημίες δημιουργούν λογοτεχνία, ούτε τα Πανεπιστήμια σκέψη, ούτε τα Εθνικά Θέατρα θεατρική κίνηση. Τα επίσημα ιδρύματα παρακολουθούν (συνήθως με καθυστέρηση μιας γενεάς) τη δημιουργία που συντελείται αυθόρμητα στον ελεύθερο αέρα. Τη μελετούν, τη σχολιάζουν, τη διατηρούν στα αρχεία τους. Είναι οι αποθήκες της πνευματικής ζωής. Όταν το Κράτος φιλοδοξεί να παίξει τον πρώτο ρόλο στην πνευματική κίνηση, τα κάνει όλα θάλασσα. Το ελεύθερο πνεύμα το μεταβάλλει σε πνεύμα της πολιτικής σκοπιμότητας και την τέχνη την καταντά γραφειοκρατία. (…) Τα μόνα καθήκοντα του Κράτους είναι να συγχρονίσει την αναχρονιστική εκπαίδευσή μας και να σέβεται την ελευθερία της σκέψης. Ας μην του ζητούμε περισσότερα γιατί υπάρχουν πιθανότητες πως θα μας κάνει να μετανοήσουμε.
Πάρετε στην τύχη μερικά από τα σημερινά έντυπα, στίχους, αφηγήσεις, συζητήσεις ιδεών. Τι θα συναντήσετε σχεδόν παντού; Ανία, απογοήτευση, νοσταλγία των περασμένων, μοιρολατρεία, ηττοπάθεια. Μπορώ να αναφέρω εδώ λόγια των πιο φωτισμένων ανθρώπων της Ελλάδας, που μοιάζουν κραυγές ναυαγών. Τι ανάγκη να προσπαθήσουμε, να αγωνιστούμε, να ζήσουμε, αφού «τίποτα δεν μπορεί να γίνει στο Ρωμέικο;». Τέτοιο είναι το δίδαγμα που εξάγεται από τα λόγια των περισσοτέρων πνευματικών οδηγών μας. Η σπουδαιότερη ασχολία τους είναι να καταστρέφουν τις ελπίδες των νεωτέρων τους και να συντηρούν το μαρασμό της Ελλάδας. Δεν έχω όρεξη να τους κατηγορήσω. Είναι φυσικό να μην περιμένουν τίποτα από το μέλλον οι άνθρωποι που είδαν όλα τα όνειρά τους να εξευτελίζονται.. Κι είναι επίσης φυσικό ότι αυτοί οι νικημένοι, που έπαυσαν να πιστεύουν στον εαυτό τους, δεν επιτρέπουν στους άλλους να έχουν περισσότερη αυτοπεποίθηση.
Είμαστε τσακισμένοι, μαραμένοι, χαμένοι μεσ’ στον κυκεώνα της σύγχρονης ζωής. Κανείς δεν περιμένει κάτι καλό από την Ελλάδα. Καμμιά ελπίδα δεν χαράζει πουθενά. Η στιγμή αυτή είναι βέβαια μια θαυμάσια στιγμή».
[...]
Το έργο τέχνης τείνει να εκφράσει το βαθύτερο νόημα της ζωής μέσα από μια ατομικότητα. Υπακούει στον ιδιαίτερο νόμο αυτής της ατομικότητας γιατί δεν μπορεί να ζήσει χωρίς τη ζωή που του προσφέρει αυτή. Το έργο του ποιητή είναι σάρκα από τη σάρκα του, αίμα από το αίμα του. Δεν είναι μια αντικειμενική παρατήρηση των εξωτερικών συνθηκών, μια ξερή αντιγραφή μορφών και έκθεση γεγονότων, όπως φαντάστηκαν τη λογοτεχνία οι Έλληνες ρεαλιστές. Είναι ένα πλεόνασμα εσωτερικών δυνάμεων που ξεσκίζει έναν άνθρωπο για να βγει στο φως, και που βγαίνει ζυμωμένο με το βαθύτερο είναι του, με τον παλμό της ύπαρξής του, με την αγωνία της ψυχής του, με τον πόνο του, τον πόνο του τοκετού. Το έργο τέχνης, ξεχείλισμα εσωτερικής ζωής, είναι το πιο ατομικιστικό φαινόμενο. Αλλά όσο βαθύτερα είναι ατομικιστικό τόσο βαθύτερα βυθίζεται μες στη ζωή, τόσο περισσότερο πλησιάζει τον Άνθρωπο.
[...]
Μες στο δημιουργικό αναβρασμό της σημερνής Ευρώπης τι θέση κρατά η Ελλάδα; Το συμβολή προσφέρουμε στις μεγάλες προσπάθειες που καταβάλλουνται τριγύρω μας; Τίποτα! Το αισθανόμαστε βαθιά μόλις περάσουμε τα σύνορά μας πως δεν αντιπροσωπεύουμε τίποτα, πως κανείς δεν μας λογαριάζει στα σοβαρά, πώς δεν μπορούμε να δικαιολογήσουμε τη θέση που κρατάμε στην Ευρώπη, πως είμαστε στα μάτια των ξένων μονάχα χρηματομεσίτες, βαπορτζήδες και μικρομπακάληδες και τίποτα περισσότερο…. Το ελάττωμα των νεοελληνικών γραμμάτων δεν είναι ότι δέχτηκαν πολλές επιδράσεις, αλλά ότι δεν ανταπόδωσαν τίποτα. Μια λογοτεχνία αποχτά διεθνή σημασία όταν αρχίσει και να επιδρά, χωρίς βέβαια να παύει ποτέ να επιδράται. Η λογοτεχνία μας ως σήμερα φάνηκε αποκλειστικά παθητική.
[...]
Κάθε Έλληνας, από τη μέρα που ανοίγει τα μάτια του στον κόσμο, αισθάνεται πολύ μεγάλη όρεξη να ιδρύσει κόμμα. Είναι φυσικό να εκδηλώνεται αυτή η ψυχική ανάγκη και στις πιο ανυστερόβουλες πνευματικές ενασχολήσεις. Για να συζητήσουν οι Έλληνες, πρέπει να διαιρεθούν σε παρατάξεις. Χρειάζεται όμως μια πρόφαση.
[...]
Δεν έχουν ακόμα οι ελληνικοί εγκέφαλοι τη δύναμη να απλωθούν ελεύθερα στον κόσμο των ιδεών και σε κάθε βήμα, στη φιλοσοφία, στην αισθητική, στην ιστορία, στις κοινωνικές επιστήμες, ακόμα και στη γλωσσολογία, γυρεύουν την απόλυτη Αλήθεια, δηλαδή μια φυλακή.
[...]
Την έλλειψη αληθινής πνευματικής ανάπτυξης φανερώνει καλά κι η έλλειψη ανοχής και ψυχραιμίας που χαραχτηρίζει σχεδόν πάντα τις ελληνικές συζητήσεις. Όταν εκδηλωθεί μια διαφωνία, η πρώτη δουλειά των Ελλήνων διανοουμένων είναι να αρνηθούν ολότελα τη σημασία του αντιπάλου.
[...]
Το Δαιμόνιο δε σκοτίζεται αν θα ωφελήσει ή θα βλάψει. Ο σκοπός του είναι να βγει στο φως γιατί δεν μπορεί να κάνει αλλιώς, γιατί η δημιουργία είναι μια ακράτητη ανάγκη του δημιουργού, ανάγκη ίσως πιο τυραννική κι από την ανάγκη της αισθησιακής απόλαυσης. [...] Οι άνθρωποι που ζητούν από τον ποιητή να θέσει ως σκοπό των προσπαθειών του την εθνική ή κοινωνική ωφέλεια, να εξυπηρετήσει εθνικές ή κοινωνικές ανάγκες, δείχνουν πως δεν μπορούν να διακρίνουν το αληθινό ανάστημά του.
[...]
Το ελάττωμα των νεοελληνικών γραμμάτων δεν είναι ότι δέχτηκαν πολλές επιδράσεις, αλλά ότι δεν ανταπόδωσαν τίποτα. Μια λογοτεχνία αποχτά διεθνή σημασία όταν αρχίσει και να επιδρά, χωρίς βέβαια να παύει ποτέ να επιδράται. Η λογοτεχνία μας ώς σήμερα φάνηκε αποκλειστικά παθητική.
(Από το δοκίμιο «Ελεύθερο Πνεύμα», 1929
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου