Σαν έφτασε η ώρα του ο πατέρας θέλω είπε να πεθάνω
στο κρεβάτι μου. Εύλογη επιθυμία μετά από μια βδομάδα
στο Λαϊκό – εμείς ούτε στους ξένους δεν ανοίγαμε το ράντζο.
Τον έντυσα τον πόδεσα καλά ο διάδρομος κόντευε να φέξει.
Μπήκαμε στο ταξί γρήγορα είπα Παπατσώνη 12. Το άκουσε
ο πατέρας άρχισε να κλαίει η διεύθυνση ήταν του σπιτιού
της Καλαμάτας. Τι έπαθες πάντα εκεί δεν μένουμε είπα εγώ
ας είχε πέσει στους σεισμούς του ογδόντα έξι. Κοίταξε έξω
τη Δαμάρεως τον Ισθμό – ναι εκεί πάντα.
Πηγή: Από τη συλλογή «Στο νήπιο με στυλό», εκδ. Καστανιώτη, 1998
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου