Κυριακή 23 Ιουνίου 2024

Γιώργης Παυλόπουλος - Ο νεκρός


Φέρνοντας ίσκιους από το ποτάμι, τον είδαμε να μπαίνει ξαφνικά.

Πάνω στα ρούχα του η πάχνη μοσχοβολούσε αλιγαριά.

Βολεύτηκε σε μια καρέκλα μετά που τον φιλέψανε γλυκό κυδώνι

και κοίταζε ολοένα κατά τη γωνιά τη σκοτεινή με το τριζόνι.


Κάποιος σηκώνοντας τη λάμπα του φώτισε το πρόσωπο από κοντά.

Αυτός χαμογελούσε ήσυχος, γυρεύοντας την αγάπη μας όπως τ' αδύνατα παιδιά.

Ήταν χορταριασμένος, γαλαζοπράσινος κι όλο ψαχνόταν σα να ζητούσε τα γυαλιά του

από τ'αυτί του βγήκε μια σαύρα και χώθηκε στ' άσπρα μαλλιά του.


Το πρόσωπό του αόριστο πέρναγε πότε στο φως και πότε στο σκοτάδι.

Κιντύνευε εύκολα, μας έλεγε. Περπατούσε ολοένα πέφτοντας σ' ένα βαθύ πηγάδι.

Μετά σηκώθηκε, κατέβηκε τη σκάλα και καθώς πήγε να χαϊδέψει το σκυλί,

εκείνο αγρίεψε, τον δάγκωσε και βγήκε ουρλιάζοντας απ' την αυλή.


Πηγή: Σύγχρονοι Πελοποννήσιοι ποιητές, ανθολόγηση: Δημήτρης Αλεξίου, Εκδόσεις Μπαρμπουνάκης, 1987.

Αναδημοσίευση από: https://ennepe-moussa.gr/%CF%81%CE%AF%CE%B6%CE%B1/%CE%BF-%CE%BD%CE%B5%CE%BA%CF%81%CF%8C%CF%82-%CE%B3%CE%B9%CF%8E%CF%81%CE%B3%CE%B7%CF%82-%CF%80%CE%B1%CF%85%CE%BB%CF%8C%CF%80%CE%BF%CF%85%CE%BB%CE%BF%CF%82

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου