Από ποιους άραγε καιρούς τον ουρανό στολίζει το φεγγάρι;
Αφήνω το κρασί στο πλάι μου και σκέφτομαι να ρωτήσω.
Εκεί ψηλά που βρίσκεται, άνθρωποι δεν μπορούν να φτάσουν
μα το φεγγάρι τούς ακολουθεί βήμα προς βήμα.
Λευκό και διάφανο στεφάνωσε το πορφυρένιο κιόσκι,
την ώρα που απ' τη θάλασσα σηκώνονται πυκνά σκοτάδια.
Θα σβήσει τάχα η λάμψη του μέσα στα νέφη;
Οι σημερνοί δε βλέπουμε το φεγγάρι του χθες.
Το σημερνό φεγγάρι φώτιζε τους χθεσινούς ανθρώπους.
Οι άνθρωποι του χθες και του σήμερα είναι τρεχούμενο νερό.
Όλοι διακρίνουν το φεγγάρι καθένας με τον τρόπο του.
...Μα το κρασί μου χύθηκε. Ώρα να τραγουδήσω,
ενώ το φεγγαρόφωτο χαϊδεύει το χρυσό ποτήρι μου.
Λι Τάι Πο (Σούι-Γε Κίνας, 701 – Ντανγκτού Κίνας, 762)
Μετάφραση: Αμαλία Τσακνιά
Πηγή: Κινέζικη Ποίηση, Επιμέλεια: Αλέξης Ζήρας, Πλέθρον 1982.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου