Ο Θανάσης βάζει λεφτά στο ταμιευτήριο, έχει κιόλας στην πάντα τριακόσιες χιλιάδες. Του λέω πως ο τιμάριθμος τρέχει με 18%, ο τόκος είναι 13%, άρα τον κλέβουν 5%. Ο Θανάσης δε σκαμπάζει από τέτοια, μ' ακούει καπνίζοντας το τσιγάρο του και χαίρεται που έχει λίγα χρήματα για ώρα ανάγκης.
Κι εγώ καταθέτω στους φίλους μου την αγάπη μου. Κι όμως, γιατί τα αισθήματά μου δε γλιτώνουν τον πληθωρισμό; Γιατί το κορμί μου εισπράττει λιγότερα απ' όσα καταθέτει η ψυχή μου; Κι ο τόκος της λατρείας μου ποιο έλλειμά μου να πρωτοκαλύψει; Πέφτω απ' τα σύννεφα όταν χρειαστώ λίγη στοργή: η τρυφερότητα που είχα καταθέσει, έχει από καιρό εξανεμιστεί.
Θανάση, εσένα σε κλέβει το κράτος, εμένα ποιος;
Νεκρή πιάτσα, εκδόσεις Διαγωνίου 1990
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου