Ένας λαός
Ρίξτον στην αλυσίδα
Γδύστον
Κλείστου το στόμα
Λεύτερος είν’ ακόμα
Πάρτουνε τη δουλειά
Το πασσαπόρτο
Τραπέζι να μην έχει για φαγί
Κρεβάτι για τον ύπνο
Ακόμα πλούσιος είναι
Ένας λαός
Φτωχός και δούλος γίνεται
Όταν του κλέβουνε τη γλώσσα
Που τούδωκεν ο κύρης του
Χαμένος για πάντα
Φτωχός και σκλάβος γένεται
Όταν οι λέξεις του δεν
Γεννάνε λέξεις
Και τρών η μιατηνάλλη
–
[από το “Lingua e Dialettu”, συλλογή Lu Pani Si Chiama Pani, 1954]
Μάφια και παπάδες… μαζί
Ενώσανε τα χέρια
Κι εμείς μες στη μιζέρια
Φτωχοί μου χωριανοί
Μαφία και παπάδες, να τους
Κι αιωνία μας η μνήμη
Γυμνώνουν τα σπαθιά τους
Περνούν σκοινί που πνίγει
Ο ένας τον σταυρό κουνά
Ο άλλος σημάδι βάζει
Ο ένας «κόλαση!» φωνάζει
Ο άλλος τουφέκι κρατά
Σιτσίλια, πόσος πόνος, κλάμα
Μιας καρδιάς σπασμένης
Με το σφυρί τους καρφωμένη
Χωμένη μες στα πένθη μάνα.
Πρόβατα τραβάμε, αράδες;
Άει και σπάμε την αλυσίδα
Νησί μου λεύτερο σε είδα
Χωρίς μαφία και παπάδες
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου