Δε θα την πω ρόδο η αυγή, κρίνο η χαλάζι.
Ήταν ωραία σαν λύπη σε αλλαξοκαιριά,
σα βλέμμα ενός πουλιού που αφέθηκε στο χέρι σου.
Πάντα κοιμότανε όταν την αγκάλιαζα.
Μια φορά μόνο, που έπαιξαν τα μάτια της,
ήταν για να μου πεί πως ταξιδεύει.
Όταν γελούσε, στο βαρύ καλοκαίρι,
πάντα κοίταζε αλλού. Κάποτε μου ’φέρε
ένα πρόσωπο αλλιώτικο, απ’ την πρώτη ζωή μου.
Θα τη θυμούμαι ως το στερνό βασίλεμα.
Έπειτα, όπως βαθιά θα με κοιτάζει,
θα την ξεχάσω.
Τα Μάτια της Κίρκης, 1961, 1963
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου