Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2022

Αλέξανδρος Μπάρας - Του ύπνου


Α'
Αντεραστής ανάμεσά μας πλάγιασεν
ο Ύπνος. Πήρε τα γλαυκά μάτια
και τα 'κλεισε' πήρε το στόμα
κι' έσβησε το μειδίαμα και το φιλί.
Την ξανθή κόμη χτένισαν τα ήσυχα νερά
της λήθης , που παρέσυραν τ' αγαπημένο σώμα
στον κόσμο των αστέρων και των σκιών.
Φίλτρα σιγής βιάζουν τα σφαλισμένα χείλη,
φωνές υπνόβιες τ' αυτιά, και μες στις φλέβες
ακούω τη βαθιά βοή του ταξιδιού.
Β'
Ανέδυσες απ' το βυθό του ύπνου
μ' αστέρια και κοχύλια μες στα χέρια,
και μες στα μάτια σου, τη σκοτεινή δροσιά
των θαλασσών.
Καθώς τ' ανοίγεις, θέλω πρώτος να δεχθώ
το βλέμμα των' μήπως συλλάβω, προτού σβήση,
το νόημα του κόσμου που σ' εκράτησεν
ολονυκτίς.

Πηγή: Άπαντα Ποιήματα, Παπαδόπουλος 2015

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου