Στον μισοήλιο μακρών ημερών
τα κουρασμένα μας ας προσδέσουμε κόκαλα
τους άπιστους ας λησμονήσουμε
τους ανελέητους φίλους
αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στα πεύκα ο ήλιος
ας ξεχάσουμε όσους είναι ανίδεοι
υπάρχουν χώρες στον χώρο της γης
μικρές παραμελημένες υπάρχουν πατρίδες
ας μην τους θυμόμαστε τους ευτυχείς
τις οδοντοστοιχίες τους ας τις ξεχάσουμε
ας κοιμηθούν οι ευαίσθητοι
στα πάναγνά τους ντιβάνια
κάτι ιδιαίτερες πέτρες όλο μυστικά και αχτίδες
πρέπει οπωσδήποτε να τις ξέρουμε
να σηκωνόμαστε το πρωί με το πράσινο φως
μαζί με κάτι τρένα απελπισμένα
ν’ αγγίξουμε τη συντέλεια εκείνη του κόσμου
που ταξίδευε πάντα μαζί μας
ας ξεχάσουμε τούς προσβεβλημένους
που τρώνε μία και μόνο μία αδικία
τα δέντρα όσο πάνε εγκαταλείπουν
έναν μισό ουρανό πάνω-κάτω οργωμένον
να πάνε σε φράχτες πεύκων και ίσκιων
να πάνε στον αέρα που φυλλορροεί
ας ξεχάσουμε αλλά χωρίς αλαζονεία
όσους δεν μπορούν να μας αγαπήσουν
και όσους ψάχνουν για φωτιά και πέφτουν
σαν κι ελόγου μας στη λήθη
τίποτα δεν υπάρχει καλύτερο από τις οκτώ
η ώρα το πρωί στον αφρό της θάλασσας
κάποιο σκυλί ζυγώνει και μυρίζει τη θάλασσα
γιατί δεν έχει στο νερό καμία εμπιστοσύνη
ενώ στο μεταξύ καταφθάνουν τα κύματα
ντυμένα στ’ άσπρα για να μπουν στο σχολείο
υπάρχει μια γεύση ήλιου αλμυρού
και από τα επικήδεια φύκια υψώνεται
μυρωδιά τοκετού και σαπίλας
ποιός ο λόγος να μην υπάρχεις;
πού σε πήγαν οι άλλοι;
είναι καλό ν’ αλλάζεις πουκάμισο
δέρμα μαλλί τη δουλειά σου
για κοίτα να μάθεις λίγο τη γη
στη γυναίκα σου για δώσε καινούργια φιλιά
για γίνε του καθαρού αέρα κομμάτι
τις ολιγαρχίες να περιφρονείς για μάθε
όταν επήγαινα από ομίχλη σε ομίχλη
κάνοντας με το καπέλο μου περιηγήσεις
ποτέ μου δεν αντάμωσα κανέναν να ξέρει τους δρόμους
όλοι απλώς εκεί ανησυχούσαν
όλοι επήγαιναν να πουλήσουνε πράγματα
κανένας δεν με ρώτησε εγώ ποιός ήμουν
μέχρι που άρχισα ν’ αναγνωρίζω τον εαυτό μου
μέχρι να σκάσω ένα κάποιο χαμόγελο
στον μισό ουρανό και στην αναδεντράδα
ας αποθέσουμε την κούρασή μας
ας μιλήσουμε με τις ρίζες
και με τα κύματα τ’ απογοητευμένα
ας ξεχάσουμε τη βιασύνη
των καταφερτζήδων τα δόντια
ας ξεχάσουμε την ερεβώδη
των κακοβούλων σύμμειξη
ας κάνουμε ένα επάγγελμα πάνω στη γη
με την ψυχή μας ας αγγίξουμε το χώμα.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.