σφίγγοντας μες στον μπούστο σου την κάψα του αλωνάρη
πότε κρατώντας στην ποδιά σου ένα καράβι - μικροκάραβο
πότε σαν Παναγιά Αιγιοπελαγίτισσα ντυμένη μ’ένα δίχτυ
να κουβαλάς στο σούρπωμα στην κεφαλή σου το πανέρι με τα ψάρια
πότε ντυμένη μ' αμπελόφυλλα, κυνηγημένη
απ' του ήλιου τις χρυσόμυγες πάνω στ' αλώνια
ανάβοντας το φίλημα στα λουλουδάκια της μηλιάς
μπατσίζοντας τις λυγαριές με τον αγέρα της τρεχάλας σου.
Μηλί -βαϊ-βαϊ μηλί- μηλίτσα της ανηφοριάς
πως σου τριαντιαφυλλίσανε τα μήλα της αγάπης;
Σπάνε τα ρόδια στη ροδιά και πέφτουν γέλια στο ποτάμι
με κουκουνάρια κυνηγιούνται οι κορασιές στο περιγιάλι κι αχ,
ανάβοντας το φίλημα στα λουλουδάκια της μηλιάς
μπατσίζοντας τις λυγαριές με τον αγέρα της τρεχάλας σου.
Μηλί -βαϊ-βαϊ μηλί- μηλίτσα της ανηφοριάς
πως σου τριαντιαφυλλίσανε τα μήλα της αγάπης;
Σπάνε τα ρόδια στη ροδιά και πέφτουν γέλια στο ποτάμι
με κουκουνάρια κυνηγιούνται οι κορασιές στο περιγιάλι κι αχ,
ο δραγάτης δε βαστά τέτοιο πουλί στον κόρφο του
κι αχ, δε βαστάνε οι βιολιτζήδες τ’ αμπελιόυ μες στα βιολιά τους
Μηλί -βαϊ-βαϊ μηλί- μηλίτσα της ανηφοριάς
πως σου τριανταφυλλίσανε τα μήλα της αγάπης;
Μηλί -βαϊ-βαϊ μηλί- μηλίτσα της ανηφοριάς
πως σου τριανταφυλλίσανε τα μήλα της αγάπης;
Η κυρά των αμπελιών, Αθήνα: Κέδρος 1979
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου