Ποτάμι τρέχει η Αγάπη και όσο τρέχει
πληθαίνει και στ’ ολόγλυκό της αίμα
δείχνει της ευτυχιάς το ουράνιο ψέμα
και ο δρόμος της, θαρρείς, σωμό δεν έχει.
Μα μπροστά της χωρίς να το παντέχει
του πόνου η πικροθάλασσα στο βλέμμα
απλώνεται γεμάτη δάκρυα κ’ αίμα,
και τα πάντα ρουφάει, τα πάντα βρέχει.
Χρυσομάνα, εμαράθηκαν τα φύλλα
και χειμώνας πλακώνει· σε θωράω
κατάματα με τρόμου ανατριχίλα.
Και σέναν’ αλαφιάζεται το πράο
άρρωστο ανάβλεμμά σου, σα να ερώτα·
θα χαρούμε άλλην άνοιξη σαν πρώτα;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου