Έτσι ήρθε στο σπίτι μου ο Άγγελος μια μέρα.
Έτοιμο, με στιλπνούς καθρέφτες που περίπαιζαν μορφές
και πρόσωπα που ασύδοτα κυκλοφορούσαν.
Όλα ήταν σε τάξη κι η τάξη όλους είχε σκανδαλίσει.
Εγώ δεν εμφανιζόμουν. Για να μ’ αποζητήσει, να με ονομάσει,
να με ρωτήσει κάτι για το άγνωστό μου πρόσωπο.
Αλλά έμεινεν αδιάφορος. Κάθισε κάπου κι άρχισε να λέει
παράξενες διηγήσεις. Πως άλλος ήταν σήμερα
άλλος εχτές, άλλος στο μέλλον και ο κόσμος όλος
ήταν αυτός κι αυτός ο κόσμος τίποτε δεν ήταν.
Αλλά το μέλλον ήρθε κι έγινε Άγγελος κι ελπίζει
σ’ άλλες μεταμορφώσεις. Κανένας δε μιλούσε πια,
μα στέριωναν καλά καλά τις μάσκες
κι η υποψία το πνεύμα διαπερνά.
Κι ευθύς ένας σηκώθη αποφασισμένος για όλα τα ενδεχόμενα.
Ο Άγγελος άνοιξε το ιμάτιο και φάνηκε το στήθος.
Και μες στο στήθος δέντρο φωτισμένο
κι απάνω στα κλαδιά πουλιά
που ράμφιζαν καρπούς και κελαηδούσαν.
Ύστερα κοίταξε την ώρα. Έδειχνε τίποτε ακριβώς.
Κι όλοι κοιτούσανε αυτή την ώρα τίποτε. Κι ένιωσαν ξάφνου
σαν έμβρυα σφαδάζοντα σε μια γαστέρα που έμελλαν να γεννηθούν.
Κι ύστερα δόθηκαν στην έξαρση του γεγονότος.
Πηγή: Κρίτων Αθανασούλης, μια παρουσίαση από τον Γιάννη Βαρβέρη, εκδ. Γαβριηλίδης, Αθήνα, Ιούλιος 2000, σ. 47
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου