Με τις πέτρες μου,
βαριές από τους θρήνους
πίσω από τα κάγκελα,
με έσυραν
στη μέση της αγοράς,
εκεί που ξεδιπλώνεται η σημαία
στην οποία ποτέ δεν έδωσα όρκο κανένα.
Αυλοί,
δίαυλοι της νύχτας:
σκέψου τη σκοτεινή
δίδυμη υστερόλαμπη
σε Βιέννη και Μαδρίτη.
Ύψωσε τη σημαία σου μεσίστια,
Ενθύμηση.
Μεσίστια
για τώρα και για πάντα.
Καρδιά:
Και εδώ αποκαλύψου
εδώ, στη μέση της αγοράς
φώναξε το Σίλμπολεθ, έξω
στην αποξενωμένη πατρίδα
Φέβρουάριος. No pasaran.
Μονόκερος:
Ξέρεις για τις πέτρες,
ξέρεις για τα νερά,
έλα,
θα σε οδηγήσω (μακρυά απ' εδώ)
στις φωνές
της Εστρεμαδούρας.
Συλλογή: Von Schwelle zu Schwelle (Από Κατώφλι σε Κατώφλι) 1955
απόδοση Δημήτρης Νικηφόρου
.................................................................................................................................................................
ΣΙΜΠΟΛΕΘ
(στον Paul Antschel)
Θολό ποτάμι σού σκάβει όχθες στα μάτια
πετροπελεκητή, πετροπελεκημένε,
οι βράχοι στα λατομεία μυρίζουν ακόμα
βροχή και μπαρούτη...
Γιατί σηκώνεις γεφύρια που δεν διαβαίνει κανείς;
Κάτω στρατιές μυρμηγκιών
τραβούν μαύρη γραμμή
στο στεγνό πέρασμα,
η σιωπή τροχίζεται στα βότσαλα
λαξεύοντας ένα φλεγόμενο στάχυ
που βάζει στις λέξεις φωτιά.
Το πρώτο αίμα της αυγής
ραντίζει του ουρανού τα θεμέλια,
το δικό σου αίμα, των άλλων,
στη μεσιανή καμάρα
ό,τι αγάπησες σ' έχει συχωρέσει.
Απ' όταν σε πήρε το νερό
σκέπασε το γεφύρι άγρια βλάστηση
κι ο άνεμος βαθαίνει τ’ όνομά σου
στη χορταριασμένη πέτρα.
2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου