Οταν ταξιδεύω αποφεύγω τα μουσεία. Προσπαθώ κυρίως να περπατώ όσο περισσότερο αντέχω, να κοιτάω όσο περισσότερο μπορώ, να μιλώ με όσους περισσότερους ανθρώπους γίνεται.
Τα μουσεία είναι μια τεχνητή όψη, μια προβολή του παρελθόντος με τους όρους που το παρόν της συγκεκριμένης χώρας επιθυμεί να σου επιβάλει. Δεν ξέρω πόσες φορές έχω πάει στο Λονδίνο, αλλά αυτή τη φορά, ερχόμενος εδώ πρώτη φορά με τον γιο μου (και παίρνοντας ως δεδομένο το κρύο) αποφάσισα πως ήρθε η ώρα να επισκεφτώ τα θερμαινόμενα αξιοθέατα. Ανάμεσά τους και το Βρετανικό Μουσείο.
Αν υπάρχει κάποιο μουσείο που απέφευγα είναι αυτό. Κυρίως γιατί η όλη κουβέντα για τα Ελγίνεια μου έμοιαζε με μια πατριωτική σταυροφορία που δεν ένιωθα ποτέ πως με άγγιζε. Γιατί πάντοτε έβλεπα την αρχαία Ελλάδα περισσότερο ως πολιτιστικό βάρος που μπορεί να στραγγαλίσει οποιαδήποτε καλλιτεχνική επιδίωξη παρά ως περηφάνια.
Για μένα ο πολιτισμός είναι οι άνθρωποί του και όχι ένα αποτύπωμα του παρελθόντος που χάνεται στα χρόνια, χρησιμοποιείται ως τουριστικό εργαλείο ή δικαιολογία για να μην ασχολούμαστε με τίποτα το ζωντανό. Οπως και να έχει, στο Βρετανικό Μουσείο λοιπόν...
Το πρώτο πράγμα που σου προκαλεί εντύπωση στο Βρετανικό Μουσείο είναι πως δεν έχει τίποτα το βρετανικό. Η συντριπτική πλειονότητα των εκθεμάτων ανήκει σε άλλες χώρες, σε άλλες ηπείρους. Αφρικανικά αγαλματίδια, ινδιάνικα τοτέμ από το Βανκούβερ, στολίδια από τους Αζτέκους, θησαυροί από την Ινδία, ογκώδη εκθέματα από τη Μεσοποταμία.
Ολόκληρο το μουσείο δεν είναι τίποτα άλλο από μια γιορτή της αποικιοκρατίας. Και τα εκθέματα τίποτα περισσότερο από μια επικύρωση των επιτυχημένων εισβολών, της καταπίεσης και της λεηλασίας αιώνων. Ολόκληρο το μουσείο αποτελεί ένα ατελείωτο μνημείο υπεροψίας, ανωτερότητας της φυλής, όπου κομμάτια από κατώτερους πολιτισμούς συγκεντρώνονται ώστε να μελετηθούν από χέρια και μάτια που έχουν χριστεί ειδικά, ανώτερα, κατάλληλα από τους ίδιους τους εαυτούς τους. Σωσμένα από τους κατώτερους κρατιούνται ασφαλή στο κέντρο του δυτικού πολιτισμού. Δικαιωματικά, με το φρύδι υψωμένο.
Τα αγάλματα του Παρθενώνα είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της λογικής. Ακριβώς γιατί δεν αποτελούν εκθέματα με μια αυτοτελή αισθητική, δεν σου προκαλούν εντύπωση αυτοτελώς μέσα από την όψη τους, την καλλιτεχνική τους επίτευξη, την αφήγηση ή την υποβλητικότητά τους. Είναι αποσπάσματα μιας σύνθεσης που καλείσαι να φανταστείς, να αναπαράγεις. Ενας ακρωτηριασμός. Πέτρες και μάρμαρα που συχνά δεν καταλαβαίνεις καν τι απεικονίζουν.
Το πραγματικό έκθεμα είναι η κατοχή τους. Η καταγωγή τους και η σύνδεση της καταγωγής αυτής με τη βρετανικότητα μέσα από την ύπαρξή τους στο συγκεκριμένο μουσείο. Ενα κομμάτι αρχαιότητας που κατοικεί στο κέντρο του Λονδίνου, τονίζοντας τη ρίζα και τη φαντασιακή συνέχεια ενός πολιτισμού.
Και -ως τα πιο εμβληματικά κομμάτια αυτής της φαντασιακής παράθεσης- τα αγάλματα του Παρθενώνα δεν πρόκειται ποτέ να ενωθούν με την υπόλοιπη γλυπτική σύνθεση. Αν κάτι τέτοιο συνέβαινε θα έπρεπε να ακολουθήσουν και τα υπόλοιπα κλεμμένα εκθέματα.
Βγαίνοντας από το μουσείο βλέπεις το κέντρο του Λονδίνου να γιορτάζει τους παρελθόντες εαυτούς του. Το αυτοκρατορικό του μεγαλείο χαμένο στα νερά του Τάμεση, τους ουρανοξύστες του City, να αναπολούν το θαύμα της παγκοσμιοποίησης και τώρα να κοιτούν τη βρετανική οικονομία να κατρακυλά τους ορόφους τους, τις αφιονισμένες ορδές των τουριστών να αγοράζουν αρκουδάκια με καπέλα της βασιλικής φρουράς.
Μια άδεια περηφάνια, που αφού αιματοκύλησε τον κόσμο, προσπάθησε να συμβιώσει μέσα από τις οικονομικές παγκόσμιες συνάψεις και τελικά βούλιαξε στον ίδιο τον υπερόπτη εαυτό της μέσα από το Brexit της ξενοφοβίας και της θολής νοσταλγίας ενός ανύπαρκτου μεγαλείου. Και στο κέντρο της αφήγησης ένα μουσείο να καταγράφει εγκλήματα καμουφλαρισμένα ως αισθητικό μεγαλείο, ως ιδιοκτήτης των επιτευγμάτων των ανθρωπότητας και διαχειριστής της σημασίας τους.
Το Βρετανικό Μουσείο πρέπει να αδειάσει. Και στη συνέχεια να βομβαρδιστεί.
ΠΗΓΗ: https://www.efsyn.gr/nisides/anohyroti-poli/376266_mia-mera-sto-bretaniko-moyseio
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου