Παρασκευή 29 Σεπτεμβρίου 2023

Θανάσης Τριαρίδης - Το φόντο του έρωτά τους


Κάθε φορά που έβλεπε, έφηβος ακόμη, στην τηλεόραση ή σε βιβλία
τα περίφημα τα θαύματα του κόσμου,
Πυραμίδες, Σινικά Τείχη, Καθεδρικούς που φτάνανε μέχρι τον ουρανό,
σκέφτονταν δολοφόνους που κρατούσανε σπαθιά και μαστίγια
και σκλάβους θαμμένους σε λογής θεμέλια
ανήμπορους ν' αντέξουν πια
κι άλλους σφαγμένους, κομματιασμένους από τους φύλακες,
επειδή μάταια προσπάθησαν να κρύψουν στην αμασχάλη τους
μια χούφτα στάρι ή ρύζι.
Γι' αυτό και θύμωνε πολύ με τους τουρίστες
και τα ερωτευμένα τα ζευγάρια
που έβγαιναν φωτογραφίες μπροστά στις Πυραμίδες
κι είχανε τον χαμό των σκλάβων
για φόντο του έρωτά τους.
Α, ήταν στ' αλήθεια ιδιόρρυθμος:
όταν μια μέρα είδε στην εφημερίδα
έναν αγαπημένο του τραγουδιστή της όπερας
να 'χει στην μπλούζα του στάμπα το Σινικό Τείχος
(ήταν σε μια τουρνέ στην Κίνα)
πέταξε την εφημερίδα θυμωμένος –
κι έπαψε για καιρό να ακούει τα σιντι του.
Κι όταν πάλι σε ένα μπαρ
βρήκε έναν παλιό συμμαθητή του
να δείχνει φωτογραφίες στην παρέα από το Εσκοριάλ
(πρόσφατο ήταν το μεταπτυχιακό του στην Ισπανία)
γύρισε την πλάτη κι έφυγε χωρίς να πει κουβέντα –
ήξερε, βλέπεις, με πόσο αίμα Ινδιάνων είχε χτιστεί το Εσκοριάλ...
Κι έτσι περνούσε ο καιρός –
κι έτσι μεγάλωνε κι ο ήρωάς μας,
όπως όλοι μεγαλώνουμε σιγά σιγά
(όχι, δεν διαγράφουμε το αίμα των Ινδιάνων,
απλώς βλέπουμε τα πράγματα σφαιρικότερα,
απλώς τοποθετούμε τα γεγονότα στο ιστορικό τους πλαίσιο).
Κι η φρίκη (που, έτσι κι αλλιώς, ήσαν μόνον θεωρητική –
μια μονομανία του μυαλού του, τι να λέμε)
άρχισε να αμβλύνεται, να απωθείται μέσα του –
ολωσδιόλου φυσικό κι αυτό...
Κάποτε, μαζί με την κοπέλα του
–ήταν ζευγάρι ταιριαστό για ένα χρόνο,
σκέφτονταν σοβαρά τον αρραβώνα–
πήγαν πενθήμερη εκδρομή στο Κάιρο.
Τη δεύτερη κιόλας ημέρα
το γκρουπ τους επισκέφτηκε την Γκίζα – πώς αλλιώς;
Ο ξεναγός μιλούσε, καθώς και δεκάδες άλλοι ξεναγοί σε τόσες γλώσσες.
Μα οι τουρίστες λίγο άκουγαν,
όλοι στήνονταν να βγουν φωτογραφία με φόντο
τεσσεράμισι χιλιάδες χρόνια ιστορίας που τους έγνεφαν...
Κι όπως στέκονταν αγκαλιασμένοι
ένα ζευγάρι συνταξιούχων συνταξιδιωτών
προθυμοποιήθηκε να τους βγάλει τη σχετική φωτογραφία
(«άμα δεν βγείτε σεις οι νέοι, ποιος θα βγει…»)
Δεν δυσκολεύτηκε να τους δώσει τη μηχανή·
βλέπεις, η μέρα ήταν ζεστή και ποιητική
κι ό ήλιος έλαμπε τόσο μαγικά πλάι στις Πυραμίδες
που τ' άφησε στην άκρη του μυαλού του τα πτώματα.
Τι να πεις, έτσι είναι η Ιστορία, σκέφτηκε.
Εξάλλου, ήταν δυο άνθρωποι που αγαπιόντουσαν –
πιο ιερό πράγμα από τον έρωτα υπάρχει;
Έτσι φωτογραφήθηκαν κι αυτοί·
κι ήτανε ο χαμός των σκλάβων
φόντο στον ιερό τον έρωτά τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου