Ένα κορίτσι μια φορά το πέταξαν στα βράχια
Δεν είχαν φόβο: ήξεραν πως θα τους πούνε "άντρες"
κι έτσι θα ξεχωρίσουνε μάγκες μες στον σωρό.
Κι έπειτα μίλησαν πολλοί για κείνη την κοπέλα
κι είπαν τους δύο φονιάδες της κτήνη ελεεινά,
τέρατα που γεννήθηκαν σε έναν κόσμο-τέρας,
μια άρρωστη διαστροφή που ζέχνει αποφορά.
Μα είπανε πως έφταιγε κι εκείνη η καημένη,
που ήσανε απρόσεκτη μέσα στην παγωνιά:
"Eίναι συνήθεια των αντρών να δέρνουν τις γυναίκες,΄
ή και να τις βιάζουνε - στρέχει από παλιά."
Κι ύστερα όλοι γύρισαν στις θλιβερές δουλειές τους,
σε γυμναστήρια, γήπεδα, σε καψιμί στρατού
Με τον καιρό ξεχάσανε το δάκρυ της κοπέλας,
το σώμα που βιάστηκε, τον τρόμο του πνιγμού.
Και οι μανάδες ντύνουνε τα δύστυχα παιδιά τους
ράμπο και καουμπόιδες σε κάθε αποκριά.
Κι οι πατεράδες τρέχουνε τους γιους τους στα μπουρδέλα
για ν' αγοράσουν ανδρισμό πληρώνοντας λεφτά.
Και κάθε βράδυ ρίχνουμε στα βράχια μια γυναίκα
κι έπειτα μένουμε μουγοί μέσα στην παγωνιά,
γιατί αυτό μας έμαθαν οι τρομεροί αιώνες,
να φτιάχνουμε έναν φονιά στην αντρική καρδιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου