Τρίτη 10 Δεκεμβρίου 2019

Τίτος Πατρίκιος-Πέντε ποιήματα

ΔΥΟ ΑΝΘΡΩΠΟΙ
 
Αν είδες ποτέ στη μέση του δρόμου
δυο ανθρώπους να τους πηγαίνουν με χειροπέδες
δεν αποκλείεται ο ένας να ήμουν εγώ
που με ξαναστέλναν εξορία.
 
Και κείνο το πρωί είχα και σένα
τόσα όνειρα
για τη δουλειά που θα ‘βρισκα,
για έναν περίπατο στα φώτα και την άσφαλτο,
για λίγο ήλιο…
Και κείνος
που ξαφνικά τα σίδερα τον δέσαν στο κορμί μου
είχε και κείνος χαραγμένα τα όνειρά του
στο αυστηρό του πρόσωπο.
(Τον πήρανε χαράματα στις έξη από τη γυναίκα του).
 
‘Οταν βλέπεις στο δρόμο δυο ανθρώπους
με χειροπέδες
μη νομίσεις τίποτα περισσότερο
μη νομίσεις τίποτα λιγότερο.
 
Δυο άνθρωποι.
Σαν και σένα.
 
(“Μαθητεία”, 1952-1962)
 
ΣΤΑΣΕΙΣ
 
Από τη στάση μου
προς τη ζωή
βγαίνουν
τα ποιήματά μου.
 
Μόλις υπάρξουν
τα ποιήματά μου
μια στάση μου επιβάλλουν
αντίκρυ στη ζωή.
 
(“Μαθητεία”, 1952-1962)
 
ΠΑΘΗ
 
Ποιο πάθος λες;
Αυτό ν’αφήνεσαι ρευστός
σε κάθε ερεθισμό του χώρου σου;
Το πάθος ν’απαντάς σα στρείδι;
Το πάθος να παλεύεις με τα πάθη σου
δε λογαριάζεις;
Κι έπειτα
για ποια λευτεριά του αδέσμευτου μιλάς;
Μες στη σκλαβιά τη θέλω εγώ τη λευτεριά σου.
Μες στη σκλαβιά, που για να καταλύσεις,
αναγνωρίζεις πρώτα κι αποδέχεσαι.
 
(“Αντιδικίες”, 1955)
 
Η ΣΑΡΚΑ
 
Η σάρκα μου
πάντα πονάει στα χτυπήματα,
πάντοτε χαίρεται στα χάδια.
Ακόμα τίποτα δεν έμαθε.
 
(“Αντιδικίες”, 1955)
 
ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ
 
Και σένα, αν με τα τόσα που περάσαμε
τίποτα μέσα σου δε σακατεύτηκε,
μην πολυκαμαρώνεις.
Ίσως
δεν είχες τίποτε να διακινδυνεύσεις.
 
(“Αντιδικίες”, 1955)


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου