ΟΜΗΡΟΥ ΟΔΥΣΣΕΙΑ -α- (1-21)
-1- | Ἄνδρα μοι ἔννεπε, μοῦσα, πολύτροπον, ὃς μάλα πολλὰ
πλάγχθη, ἐπεὶ Τροίης ἱερὸν πτολίεθρον ἔπερσεν:
πολλῶν δ᾿ ἀνθρώπων ἴδεν ἄστεα καὶ νόον ἔγνω,
πολλὰ δ᾿ ὅ γ᾿ ἐν πόντῳ πάθεν ἄλγεα ὃν κατὰ θυμόν, | Τον άντρα, Μούσα, τον πολύτροπο τραγούδα μου, που πλήθος
διάβηκε τόπους, αφού πάτησε της Τροίας το κάστρο το άγιο,
και πολιτείες πολλές εγνώρισε, πολλών βουλές ανθρώπων,
κι αρίφνητα τυράννια ετράβηξε στα πέλαγα η καρδιά του, |
5 | Ἀ ἀρνύμενος ἥν τε ψυχὴν καὶ νόστον ἑταίρων.
ἀλλ᾿ οὐδ᾿ ὣς ἑτάρους ἐρρύσατο, ἱέμενός περ:
αὐτῶν γὰρ σφετέρῃσιν ἀτασθαλίῃσιν ὄλοντο,
νήπιοι, οἳ κατὰ βοῦς Ὑπερίονος Ἠελίοιο
ἤσθιον: αὐτὰρ ὁ τοῖσιν ἀφείλετο νόστιμον ἦμαρ. | για να σωθεί κι αυτός παλεύοντας και πίσω τους συντρόφους
να φέρει᾿ κι όμως δεν τους γλίτωσε, κι ας το ποθούσε τόσο'
τι από τις ίδιες τους εχάθηκαν τις ανομιές εκείνοι —
οι ανέμυαλοι, που τ᾿ ουρανόδρομου τα βόδια έφαγαν Ήλιου,
κι αυτός τη μέρα τους αρνήστηκε του γυρισμού. Για τούτα |
10 | τῶν ἁμόθεν γε, θεά, θύγατερ Διός, εἰπὲ καὶ ἡμῖν.
ἔνθ᾿ ἄλλοι μὲν πάντες, ὅσοι φύγον αἰπὺν ὄλεθρον,
οἴκοι ἔσαν, πόλεμόν τε πεφευγότες ἠδὲ θάλασσαν:
τὸν δ᾿ οἶον νόστου κεχρημένον ἠδὲ γυναικὸς
νύμφη πότνι᾿ ἔρυκε Καλυψὼ δῖα θεάων | και μας για λέγε, κάπου αρχίζοντας, κόρη θεϊκιά του Δία.
Όσοι Αχαιοί είχαν απ᾿ το θάνατο τον άξαφνο γλιτώσει
βρίσκονταν σπίτια τους, του πελάγου καί της σφαγής σωσμένοι'
μονάχα αυτόν᾿ που τη γυναίκα του ποθούσε και τη γη του,
η Καλυψώ η θεά, η πανέμνοστη τον έκρυβε νεράιδα |
15 | ἐν σπέσσι γλαφυροῖσι, λιλαιομένη πόσιν εἶναι.
ἀλλ᾿ ὅτε δὴ ἔτος ἦλθε περιπλομένων ἐνιαυτῶν,
τῷ οἱ ἐπεκλώσαντο θεοὶ οἶκόνδε νέεσθαι
εἰς Ἰθάκην, οὐδ᾿ ἔνθα πεφυγμένος ἦεν ἀέθλων
καὶ μετὰ οἷσι φίλοισι. θεοὶ δ᾿ ἐλέαιρον ἅπαντες | στις θολωτές σπηλιές της, θέλοντας να τον κρατήσει γι᾿ άντρα..
Όμως τα χρόνια πια σα γύρισαν κι ήρθε ο καιρός που του 'χαν
κλώσει οι θεοί να ιδεί το σπίτι του φτασμένος στην Ιθάκη,
ουδέ κι εκεί μαθές του απόλειψαν οι αγώνες, κι ας βρισκόταν
μες στους δικούς του πια. Κι οι αθάνατοι τον συμπονούσαν όλοι, |
20 | νόσφι Ποσειδάωνος: ὁ δ᾿ ἀσπερχὲς μενέαινεν
ἀντιθέῳ Ὀδυσῆι πάρος ἣν γαῖαν ἱκέσθαι. | εξόν τον Ποσειδώνα, που άπαυτα του θεϊκού Οδυσσέα
θυμό κρατούσε, στην πατρίδα του πριχού διαγείρει πίσω.
Μετάφραση: Ν. Καζαντζάκη- Ι. Κακριδή
http://users.uoa.gr/~nektar/arts/tributes/omhros/
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου