Θά ’ρθει μια μέρα που δε θα ’χουμε πια τί να πούμεΘα καθόμαστε απέναντι και θα κοιταζόμαστε στα μάτιαΗ σιωπή μου θα λέει: Πόσο είσαι όμορφη, μα δε βρίσκω άλλο τρόπο να σ’ το πωΘα ταξιδέψουμε κάπου, έτσι από ανία ή για να πούμε πως κι εμείς ταξιδέψαμε.
5Ο κόσμος ψάχνει σ’ όλη του τη ζωή να βρει τουλάχιστο τον έρωτα, μα δε βρίσκει τίποτα.Σκέφτομαι συχνά πως η ζωή μας είναι τόσο μικρή που δεν αξίζει καν να την αρχίσει κανείς.Απ’ την Αθήνα θα πάω στο Μοντεβίδεο ίσως και στη Σαγκάη· είναι κάτι κι αυτό δεν μπορείς να το αμφισβητήσεις.
Καπνίσαμε —θυμήσου— ατέλειωτα τσιγάρα συζητώντας ένα βράδυ—Ξεχνώ πάνω σε τί— κι είναι κρίμα γιατί ήταν τόσο μα τόσο ενδιαφέρον.
10Μια μέρα, ας ήτανε, να φύγω μακριά σου αλλά κι εκεί θά ’ρθεις και θα με ζητήσειςΔεν μπορεί, Θε μου, να φύγει κανείς ποτέ μοναχός του.
Τον πρώτο Μάρτη, στον πόλεμο, γνώρισα έναν Εγγλέζο θερμαστήΠου μου διηγήθηκεν ολόκληρη την ιστορία του Σαμ Ντέυλαν«Είναι αργά» μου είπε κάποτε «θα ’πρεπε πια να πηγαίνουμε15Μα δεν είναι ανάγκη επιτέλους να κλαίτε τόσο πολύ για έναν άνθρωπο που σκοτώθηκε.Πέθανε στην αγκαλιά μου και ψιθύριζε ένα γυναικείο όνομαΕίναι πολύ γελοίο να πεθαίνεις και να ψιθυρίζεις ένα γυναικείο όνομα».Το μούτρο του άσπριζε παράξενα. Ύστερα δεν τον ξαναείδα.
ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ /ΕΠΟΧΕΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου