Επί ενός βράχου ισταμένη, σε φως αιθρίας απολύτου, λύει τον κότσον της γυμνή και εμμελής, η Αμαρυλλίς.
Η κόμη της, λυομένη, παρέχει την δυνατότητα να δεθή εκ νέου. Και η λύουσα την κόμην, γνωρίζουσα τούτο και τερπομένη με την λύσιν, τέρπεται επί πλέον, προβλέπουσα και οραματιζόμενη δέσεις και λύσεις μελλοντικάς.
Η λυσίκομος κατά την στιγμήν ταύτην νεάνις περιτυλίσσει το σώμα της με τα μακριά μαλλιά της, ενώ το κύμα περιβρέχει τον βράχον επί του οποίου ίσταται. Και οι τρίχες της κόμης της πίπτουν επί του λευκού της σώματος ως μαύρος ποταμός και συνυφαίνονται περί την ηβικήν της χώραν, με τον θάλλοντα εκεί στιλπνόν και θυσανώδη κόσυμβον, ενώ καθίσταται υπεράνω, όπως εν ώρα βαθείας ηδονής, πολύ υψηλότερος και εντόνως γλαυκός ο ουρανός – και οι βόστρυχοι, ελεύθεροι, πίπτουν και περιτυλίσσονται εις το λευκόν της σώμα λείχοντες άπαντα τα μέλη του, υπό την εκθαμβωτικήν φωτοχυσίαν, παρέχοντες εικόνα μεγίστου πάθους, όπως και τα μαινόμενα πέριξ του βράχου κύματα.
Και ιδού που η χειρονομία της λύσεως και ο παφλασμός των κυμάτων γίνονται αμάλγαμα, ταυτότης, ενότης μία. Και η λελυμένη κόμη, περιχαρής και ελευθέρα, εξακολουθεί να λείχη το εν ηδονή ασπαίρον σώμα και να τυλίσσεται πέριξ αυτού, οτέ μεν θωπεύουσα, οτέ δε μαστίζουσα τα γυμνά μέλη, εις ένα πάθος αδιαίρετον, εις πράξιν μίαν, αφού, τόσον τα κύματα, όσον και η τελέσασα επί του βράχου λύσιν της κόμης νεάνις, υπακούουν εις την ίδιαν ώσιν, την ώσιν την παντάνασσα που συνυφαίνει την πράξιν της λύσεως και τον παφλασμόν των κυμάτων με το καθολικόν σπαρτάρισμα των κοσμικών στοιχείων, όπου το μέγα πάθος, ογκούμενον, σταθερώς αυξάνει, κορυφώνεται και υπερυψούται ως δόρυ παλλόμενον και στιλπνόν, ή ως αίνος άσπιλος εν υψίστοις.
Οκτάνα, 1980.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου