Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2019

ΠΟΙΗΜΑΤΑ TOY ΑΝΔΡEA ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΥ


ΣΚΟΠΙΑ 

Κρατάμε μέσ' στα χέρια μας τα πρόσωπά μας
Και βλέπουμε χρωματιστές εκτάσεις
Οι σκέψεις μας γίνονται γεννιούνται
Στην κάθε μας ματιά.

Δεν άνθησαν ματαίως τόσα θαύματα
Η χάρη τους είναι ψηλή περιπλοκάδα
Που σφίγγει τα μελλούμενα και την ζωή μας
Μέσα στ' αστέρια.


ΡΙΠΗ 

Σαράντα χρόνια και σαράντα πέντε μέρες
Πριν ανοιχθούν οι κάμποι και οργωθούν
Πριν αναβρύσουν εκ βαθέων οι σποράδες
Κ' οι κοραλλένιες συμπληγάδες των νησιών
Πριν γίνει μάτι η συσπείρωσις του σκότους
Κι αλλάξουν λέπια τα θαλάσσια ζωντανά
Βγήκες ορθή σχεδόν γυμνή κ' απροκαλύπτως
Εντός αφάνταστης στιγμής που μας γελούσε
Μικρή παιδίσκη καθώς ύδωρ μιας πηγής.



ΩΣΙΣ

'Εστω κι αν η γαλήνη απλώνεται στα χόρτα
Ουδέποτε τ' ανασαλέματα δεν παύουν
Αυτά μας ζουν και ζούμε εμείς εντός τους
Τα πρώτα ανασαλέματα τα πρώτα αρχέτυπα
Της ίδιας άλικης ορμής που προωθεί τις ώσεις
Σπαθάτα χελιδόνια μέσ' στον ήλιο
Και πουπουλένια νυχτοπούλια μέσ' στο σκότος
Θαρθούν τ' ανασαλέματα θαρθούν τα ρίγη
Κι' όταν ακόμα ακινητούν τ' αστέρια
Στους βελουδένιους των βυθούς.


ΑΦΡΟΣ

Είναι οι πόθοι μιναρέδες στυλωμένοι
Λάμψεις του μουεζίνη στην κορφή τους
Φωτοβολίδες των κραυγών της οικουμένης
Πυγολαμπίδες σε συρτάρια κορασίδων
Που κατοικούν σε ακρογιαλιές μέσα σ' επαύλεις
Και τρέχουν με ποδήλατα σε κήπους
'Aλλες γυμνές άλλες ημίγυμνες κι άλλες φορώντας
Φορέματα με φραμπαλάδες και μποτίνια
Που στίλβουν την ημέρα και την νύχτα
'Οπως τα στήθη τους την ώρα που βουτάνε
Μες' στον αφρό της θάλασσας.

Ενδοχώρα, Αθήνα, εκδ. 'Aγρα, 1991, σ. 21


Ο ΟΡΘΡΟΣ

Φρενήρης μα ευσταθής
O πώλος της ημέρας εισελαύνει
Στο στόμα της ανοίξεως και μέλπουν τα πουλιά
Mε την αιθρία μέσα στη φωνή τους
Kαθώς αυλοί που αντιλαλούνε σε χλωρίδα
Δρακός αγγέλων εν εκστάσει διατελούντων
Σαν ανεμώνες που προέρχονται
Aπό τα πέταλα της ηδονής.

(από την Eνδοχώρα, Άγρα 1980)


PAΓKA ΠΑΡΑΓΚΑ 
ή
Όταν τα συνήθη λόγια δεν αρκούν

Οι τρόποι κάθε πραγματικής ανανεώσεως
Μοιάζουν με διαρκές ξεχείλισμα
Ενός μεγάλου κανατιού μέσα από χέρια οινοχόων
Ή λουλουδιών μέσα από κάνιστρα γιομάτα
Που τα κρατούν νεάνιδες με γυμνωμένα στήθη .

Το κάθε ξεχείλισμα
Η κάθε ανανέωσις
Είναι παιδί που έρχεται
Μπροστά σε μάτια έκθαμβα γερόντων
Που έτσι και μόνον έτσι
Βλέποντας γυμνά τα μέλη της νεότητας
Και ακούγοντας τα πτερουγίσματα των νεοσσών
Ή τα τραγούδια των κοριτσιών και των εφήβων
Έτσι και μόνον έτσι μπορούν να ξανανιώσουν
Δεχόμενοι το σφρίγος της νεότητας
Έστω και αν δεν καταλαβαίνουν οι γερόντοι
Μια - μια τις λέξεις των ωδών και των θουρίων
Έστω και αν ονομάζουν
Τα θούρια αυτά ακατανόητα
Ακατανόητα
Διότι ποτέ δεν γνώρισαν οι νεοσσοί
Τους διδασκάλους παλαιοτέρων εποχών
Και την φαρέτραν της διαλεκτικής
Πολλών πτωχοπροδρόμων διδασκάλων
Διαφόρων αντιμαχομένων διδασκαλιών του παρελθόντος .

Ράγκα - Παράγκα λοιπόν το θούριον
Με την λαλιάν αυτών που ομιλούν στην οικουμένη
Ράγκα - Παράγκα με φωνήν ασκίαστη
Σε τόπους αναχωρητών και κοσμοπόλεις
Ράγκα - Παράγκα τώρα και αύριον
Ράγκα - Παράγκα σαν βήμα ελεφάντων
Που υπερβέβαιοι διαβαίνουν
Κάποτε - κάποτε λουόμενοι
Τον μέγαν ποταμόν Ζαμβέζην
Ράγκα - Παράγκα σαν τα σκιρτήματα των ιαγουάρων
Μέσα στα φυλλώματα και υπό τα όμματα ειρηνικών σκιούρων
Ράγκα - Παράγκα σαν πλατάγισμα ουράς μιάς φάλαινας
Όταν ανέρχεται απο τους βυθούς ως Αναδυομένη
Ή Μεγαλόχαρη μέσα σε αφρούς φανερωμένη
Ηλιοχαρή παιγνίδια στις επιφάνειες παίζει
Συντρίβουσα εν ανάγκη τα φαλαινοθηρικά
Αν τούτοι οι κυνηγοί του λίπους της
Υπέρ το δέον επιμένουν
Εις την αισχράν επίθεσίν των .

Ράγκα - Παράγκα λοιπόν το θούριον
Εις τα χωράφια και τας πόλεις
Στις πεδιάδες και στα όρη
Εις τας οδούς και τα σοκκάκια
Όταν στον κόσμον συντελείται πάκτωσις
Ως εις στιγμάς μιας πλήρους συνουσίας
Που ισοδυναμεί με μιαν κατάφασιν κεραυνοβόλον
Με "ναι" και "ναι" και πάλιν "ναι "
Και εν ανάγκη και όταν το "όχι "
Παρουσιάζεται ως φράγμα
Υπο το προσωπείον παρθενίας
Που πρέπει οπωσδήποτε να διατρηθή
Αν πρόκειται κάποια συνέχεια να υπάρξη
Αν πρόκειται ο θάνατος να υπερνικηθή
Ράγκα - Παράγκα ακόμη τότε
Τουτέστιν κάθε φορά που ο μέγας πασίχαρος κριός
Ευλογητός και ευλογών σπαργών εισδύει
Τείχη και πύλας καταρρίπτων
Κομίζων των θεών τα νικητήρια
Εις τους ανθρώπους δώρον .

Ράγκα - Παράγκα λοιπόν το θούριον
Με μια κραυγή γιομάτη
Κατά των υπερβολικά λεπτών και εξα-υλωμένων
Ράγκα - Παράγκα ρίγος βαθύ της γης
Και παφλασμός κυμάτων επαλλήλων
Που εκσπούν εις τους αιγιαλούς αισίως
Ή σπάζοντας εν μέσω αφρών
Βροντούν στα σπήλαια και τους βράχους
Όπως ξεσπούν τα κύμβαλα
Επάνω από τον ήχον των εγχόρδων
Ράγκα - Παράγκα σάλπιγγες πιο δυνατές
Και απο τις σάλπιγγες της Ιεριχούς
Κι απο τα σχοινιά πάσης αγχόνης
Ράγκα - Παράγκα κατά των σοφιστών
Κατά των εγωπαθών και των στεγνών ανθρώπων
Ράγκα - Παράγκα πίδακες του πνεύματος αειθαλείς και
άσπρες χαρές της ύλης
Ράγκα - Παράγκα υπέρ αθλήσεως της ηδονής
Ράγκα - Παράγκα υπέρ ποιήσεως σπερματικής και θείας καλωσύνης
Χριστού - Αδώνιδος ερωτικού και ανθρώπου
Σφρίγος της γης Ράγκα - Παράγκα
Αντίδοτον πάσης μελαγχολίας
Γδούπος λευκός βελούδινος αγγέλων
Που προσγειούμενοι μπροστά μας φέρνουν
Αντί ρομφαίας εδεμικήν τροφήν στους πειναλέους
Γάλα κουτιού γλυκό Νεστλέ και του ουρανού το μάννα
Ράγκα - Παράγκα - Ράγκα !



ΤΟ ΧΕΡΙ

Ψιλή κραυγή και συνεχώς αποψιλούται
Σαν μίσχος μιας νεάνιδος στον άνεμο
Φεύγουν τα πέταλά της ένα - ένα
Μέσ' στην ανταύγεια του φουστανιού της.
Η ρώμη τέτοιου πάθους πια δεν χάνεται
Μένει δεμένη στις ψυχές των φορεμάτων
Μέσ' στα γαλάζια βλέφαρα και την λευκή την μπλούζα
Που φάνταξε σαν κυανή πριν γίνει στεναγμός.


Η ΑΚΡΗ 

Η λησμοσύνη απλώθηκε στην αμμουδιά
Κι όλα τα ψάρια θάρθουν να χαιδέψουν
Τα ολόξανθα μαλλιά της και το στήθος
Μέσ' στον γαλάζιο ψίθυρο των ντροπαλών κυμάτων.
Και να που σπάζουν τώρα τ'αντιστύλια
Κι ανθούνε στις μαντήλιες τα φιλιά
Που δίνουν μέσ' στο σκότος στα κορίτσια
Οι ταυρομάχοι με τις κίτρινες χλαμύδες.

ΕΑΡ ΣΑΝ ΠΑΝΤΑ

Καλύπτουσα τα κύματα του δορυάλω
του χωριού με το κόκκινό της φόρεμα
Πρώτα μικρή κ' έπειτα μεγάλη
Ανεβαίνει στην κορυφή του πύργου
Και πιάνει τα σύννεφα
και τα συνθλίβει
επί του στήθους της
'Ισως ποτέ να μην υπήρξε μεγαλύτερος καημός
απ' τον δικό της
'Ισως ποτέ να μην έπεσαν ψίθυροι πιο πεπυρακτω-
μένοι στην επιφάνεια ενός προσώπου
'Ισως ποτέ δεν εξετέθη στην κατανόησι ανθρώπου έκθεσις πιο εκτεταμένη
'Εκθεσις πιο ποικίλη πιο περιεκτική από την ιστο- ρία που λεν τα νέφη αυτής της εξομολογήσεως
Εδώ κι εκεί τα κόβουν λαιμητόμοι
Θερμές σταγόνες πέφτουνε στην γη
Ο γήλοφος που σχηματίσθηκε στο κυριώτερο σημείο
της πτώσεως
Φουσκώνει και ανεβαίνει ακόμη
Κανείς δασμός δεν είναι βαρύτερος από μια τέτοια σταγόνα Κανένα διαμάντι πιο βαρύ
Κανείς μνηστήρ πιο πλήρης πάθους
Στιλπνά τα κράσπεδα του λόφου και γυαλίζουνε στον ήλιο Στην κορυφή του περιμένει μια λεκάνη
Είναι γιομάτη ως επάνω
Κι απ' τα νερά της αναδύεται μια πολύ μκρή
παιδίσκη ωραιοτάτη
Ελπίδα μας αυριανή.


ΣΕΛΑΣ ΤΩΝ ΑΝΤΗΧΗΣΕΩΝ

Μια γυναίκα λούζεται στην άμμο
Και πέφτουν τα φιλιά της στον αφρό
'Αστρα και μέδουσες προσμένουνε την ιπποκάμπη
Το τηλεσκόπιον εν εγρηγόρσει
Ρουφά το γλεύκος τ' ουρανού
Ο γαλαξίας μετουσιώνεται
Τρέφει τις νοσταλγίες του κ' έπειτα σβήνει
Σαν φως που πια κουράστηκε να περιμένει
Γλυκειά η αναμονή της γυναικός που ελούσθη
Μέσα στο σκότος την συνήντησε ο κουρσάρος
Η καρατόμησις του εχθρού του δεν τον εμποδίζει
Να σχίσει την χλαμύδα του να φανερώσει
Στα μάτια της καλής του
Τα μυστικά των κοιμισμένων πέρα ως πέρα
Μια νύχτα Δυο νύχτες
Κ' έπειτα φως μέσα στο μέγα πλήθος που κραυγάζει
Κάτω από τον θόλο της ηχούς ενός αιών

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου