Φτωχειά μουσική το Σαββατόβραδο,
που βγαίνει απ'το χοροδιδασκαλείο της συνοικίας,
φτωχειά μουσική,ξεπαγιασμένη,με τα ξυλοπάπουτσα,-
κάθε που ανοίγει η άβαφτη πόρτα πετάγεται στο δρόμο,
τουρτουρίζει κάτω απ'το φανάρι της γωνιάς,
ρίχνει μια ματιά σ'ένα ψηλό παράθυρο ή στη νύχτα,
ύστερα χαμηλώνει τα μάτια στη λάσπη,
κάτι ψάχνει,κάτι περιμένει,
σαν κάποιος να'ναι άρρωστος κι αργεί ο γιατρός.
Φτωχειά μουσική. Κάνει κρύο. Κανένας δεν ανοίγει το παράθυρο
να σε φιλέψει λίγο φως της λάμπας,λίγη μαύρη σταφίδα,
να σου πει θυμάμαι- πριν είκοσι-τριάντα χρόνια,
κάτι ήχους από παλιά αμάξια στη βροχή,
ένα τοπίο θολό ζωγραφισμένο στα γυαλιά του Τέλλου Άγρα.
Μα τα παπούτσια είναι τρύπια,λασπωμένα΄
τα ζευγαράκια βιάζονται στο δρόμο΄ δεν ακούνε.
Ένας σταμάτησε σύρριζα στον τοίχο. Δε σ'ακούει,όχι.
Κάτι τοιχοκολλάει. Μονάχα το μαχαίρι
επάνω στο τραπέζι είναι μια σκέψη και μια λάμψη.
Φτωχειά μουσική,αν χωράς
έμπα απ'τον τρύπιο αγκώνα της συνοικίας.
Πηγή: Παρενθέσεις (1946-1947)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου