«Έχω τόσο πολλά, και χωρίς αυτήν όλα εκμηδενίζονται...»
__________
«Αχ! Τι είναι αυτό που νοιώθω να διατρέχει τις φλέβες μου, όταν το δάχτυλό μου αγγίζει τυχαία το δικό της, όταν τα πόδια μας συναντηθούν τυχαία κάτω από το τραπέζι! Τραβιέμαι πίσω σαν να ‘χω αγγίξει φωτιά και μια μυστική δύναμη με τραβάει πάλι μπροστά, ένας ίλιγγος καταλαμβάνει τις αισθήσεις μου.
– Ω, και η αθωότητά της, η αγνότητα της ψυχής της δεν νοιώθει πόσο με βασανίζουν αυτές οι μικρές οικειότητες. Όταν, καθώς μιλάμε, ακουμπάει το χέρι της πάνω στο δικό μου, και πάνω στο άναμμα της συζήτησης με πλησιάζει έτσι που η ουράνια ανάσα της φτάνει στα χείλη μου… νομίζω πως βυθίζομαι σαν να μ’ έχει χτυπήσει κεραυνός.
– Και, Βιλέλμ, αυτόν τον ουρανό, αυτήν την εμπιστοσύνη, αν ποτέ τολμήσω να… Με καταλαβαίνεις. Όχι, η καρδιά μου δεν είναι τόσο διεφθαρμένη! Αλλά αδύνατη, πολύ αδύνατη! Και μήπως αυτό δεν είναι διαφθορά;»[.......]
«Α εσείς οι λογικοί άνθρωποι! Πάθος! Μέθη! Παραφροσύνη! Κάθεστε εκεί ήρεμοι και απαθείς, εσείς οι ενάρετοι, κατακρίνετε τον πότη, απεχθάνεστε τον τρελό, προσπερνάτε σαν τους ιερείς, και, σαν τους Φαρισαίους, ευχαριστείτε το Θεό που δεν σας έκανε όμοιους μ' εκείνους.
Έχω μεθύσει πολλές φορές, τα πάθη μου ποτέ δεν απείχαν πολύ από την τρέλα και δεν μετανιώνω ούτε για το ένα ούτε για το άλλο, γιατί, στο μέτρο των δυνατοτήτων μου, έμαθα να κατανοώ ότι όλους τους ξεχωριστούς ανθρώπους, αυτούς που πραγματοποίησαν κάτι μεγάλο, κάτι που έμοιαζε ακατόρθωτο, ανέκαθεν τους θεωρούσαν μεθυσμένους και τρελούς».
________________
Ο Βέρθερος αγαπά παράφορα, αλλά αδυνατεί να κατακτήσει τη Λόττε, τη μνηστή και μετέπειτα γυναίκα ενός φίλου του. Ποθεί την εξιδανικευμένη εικόνα της και ξοδεύεται ψυχικά, αδυνατώντας να προσαρμοστεί στην πραγματικότητα. Σ' αυτό το δράμα της απουσίας, βυθίζεται στην ανία και στη μελαγχολία, ζηλεύει, κλαίει, γίνεται το έμβλημα του mal de vivre.
Μοναχικός και απροσάρμοστος, φετιχιστής και νάρκισσος, αποκλεισμένος στον ερωτικό του πόθο, πληγωμένος και παράφορος, διακατέχεται από μια πνοή αφανισμού και αναζητά την αιώνια ελευθερία του θανάτου. Γίνεται ο συμβολικός μέγας μυθιστορηματικός αυτόχειρας του ρομαντισμού, για να τον ακολουθήσει, τριάντα χρόνια αργότερα, ο Κλάιστ, ό άλλος μέγας αυτόχειρας συγγραφέας του ρομαντισμού.
Goethe, Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου, μτφρ. Στέλλα Νικολούδη, Εκδόσεις Άγρα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου