Κυριακή 1 Νοεμβρίου 2020

Παντελής Μπουκάλας - Πτόρθος

Θέλω να πω τα μάτια σου. Σωπαίνω.
Πώς την ηδύτητα να πεις, πώς την αρμύρα,
αν τύχει και συγκατοικούν. Μαθαίνω
απ’ την αρχή τη θάλασσα, απ’ την αρχή την πύρα.
Θέλω να πω τα χέρια σου. Μ’ αγγίζουν
και λες πεζεύει ο χάροντας, λες ξαναρχίζει ο χρόνος.
Τα δόντια σου θέλω να πω. Με ορίζουν
με κόβουν και μ’ αλέθουνε. Με ακεραιώνει ο πόνος.
Τα χείλη σου θέλω να πω. Πώς νεύουν,
πώς με καλούν, πώς με ζωγρούν, πώς περιέχουν
το φόβο, πώς τον έρωτα τελούν, πώς θαλασσεύουν.
Ό,τι κι αν πω, τα λόγια σου λέω, που με κατέχουν.
Στον έρωτα τα χέρια μας πληθαίνουν
τα μάτια γίνονται ουρανός αστερωμένος
το σώμα σύμπαν που διαστέλλεται αενάως
και κόσμος γίνεται του άθλιου νου το χάος
Βαραίνουνε στον έρωτα οι λέξεις κι ομορφαίνουν
Κι ο πόθος πάντοτε σκιρτά σαν πτόρθος διψασμένος.
Πηγή: Ρήματα, 2009
......................................................................................................................................
πτόρθος = τρυφερός κλάδος φυτού, βλαστάρι
πύρα = θερμότητα, μτφ. έξαψη
πεζεύω = αφιππεύω
ακεραιώνω = ολοκληρώνω, καθιστώ κάτι πλήρες
νεύω = συνεννοούμαι με μικρές κινήσεις του κεφαλιού, των ματιών ή των χεριών, γνέφω
ζωγρέω = αιχμαλωτίζω κάποιον ζωντανό
θαλασσεύω = ταξιδεύω στη θάλασσα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου