ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ
Το χορτάρι ξερό
έπαυσε να κρύβει
τη βρομιά των πεζοδρομίων
και εσύ μου λες
δεν μ’ αγαπάς.
Μα εγώ σε πεζοδρόμιο μεγάλωσα,
χωρίς αγάπη μόνος.
ΟΝΕΙΡΟΔΡΟΜΟΣ
Γυναίκες.
Μακρύς δρόμος.
Μικρό χέρι. Μεγάλο όνειρο.
Οι σκιές μεγαλώνουν
τα χέρια μας.
Μείνε λίγο ακόμα.
ΜΝΗΜΗ ΟΝΕΙΡΟΥ
Μόνο σε όνειρο
σε βρίσκω.
Και στην αφή του
χάνεσαι.
Για να βρεθείς μέσα
σε σκόνη.
Σώμα από γη και σύννεφο.
ΑΠΟΚΡΙΣΗ ΣΤΗ ΦΩΤΙΑ
(Η ποίηση κατοικεί
στα απολωλότα πρόβατα.)
Μάνα, ένα χαμόγελο
στην κάφτρα του τσιγάρου σου είμαστε
και τίποτε άλλο.
ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΡΟΔΟΠΟΛΕΩΣ
(μνήμη Μ. Θεοδοσιάδου)
Στη μέση ενός φρέσκου τάφου,
μαδημένα στεφάνια.
Χυμένη ζάχαρη γλυκαίνει τον πόνο.
Πέρα στη ρεματιά αηδόνια.
Στρουθία στα κλωνιά.
Εσπερινός.
ΩΔΗ ΣΤΟ ΑΥΡΙΟ
(στον Ρήγα Καππάτο)
Πύρωσαν τα βέλη.
Τα κόκαλα κουφάθηκαν,
δεν κατάλαβε πόνο.
Μικρός ο καιρός.
Οι μέρες στέγνωσαν τα νερά
από τις στέγες των βράχων.
Άνοιξε η αυλόπορτα
και έχασκε ο τέντζερης
στην πυροστιά άδειος.
Και μόνο η καρδιά μπορούσε
κάτι να μοιράσει.
ΩΔΗ ΣΤΟ ΦΟΒΟ
(στον Γιώργο Μαρκόπουλο)
Και εσύ φοβάσαι ακόμα.
Πέρασαν οι παγωμένες νύχτες
τα άσχημα καλοκαίρια
οι μέρες, τα πρωινά
κουφάρια πάνω στα κάρα,
οι μασκοφόρες συγκεντρώσεις
ο τρόμος για ένα δάχτυλο
που υψώνεται
και εσύ ακόμα φοβάσαι.
Μυδράλια δεν ξαναβλέπεις,
μόνο ταλαίπωρες φιγούρες
που ψάχνουν τα σοκάκια.
Τώρα και εγώ φοβάμαι.
ΩΔΗ ΣΤΟ ΧΑΜΟ
Το πλοίο δεν μπορούσε να αντέξει.
Ο καπετάνιος έφυγε πρώτος.
Τον παρέσυρε το κύμα
και χάθηκε άδοξα.
Κάποιοι γλίτωσαν
αφού το πίστεψαν.
Και λιγοστοί νόμισαν
ότι από σύμπτωση σώθηκαν.
Έβρεξαν τη γλώσσα
στην πρωινή δροσιά,
τα χόρτα χόρτασαν τη δίψα τους
και οι ακρίδες την πείνα,
κοιμήθηκαν στα θεμέλια των βράχων.
Ξύπνησαν και έψαχναν,
τόπο καινούργιο.
ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΤΑΞΙΔΙ
Όταν θα φύγω
γι’ αυτό το ταξίδι,
θέλω να είναι γρήγορο.
Ν’ ανέβω σαν κλωνάρι
που έκοψαν τον καρπό του.
Όπως ο καπνός στο τζάκι
σε απάνεμο βράδυ.
Σαν δροσιά που χάνεται
στις πρώτες ηλιαχτίδες.
Πηγή: https://diastixo.gr/en/logotexnikakeimena/poihsh/18732-mono-i-kardia
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου