Εργάζομαι, ψυχαγωγούμαι, μελετώ
Σαν να δειπνώ πλάι σε κομμένο κεφάλι.
Την κάθε ταραχή αποκρύπτω
Υψώνοντας τακτικά το ποτήρι
Στην πρόποση που μου ’μάθε ο θεός:
“Ας υγιαίνουν οι πενθούντες”, γιατί αυτοί
Θα παρηγορηθούνε κάποιο βράδυ, λέει
Θα τους διατρέξει από τα πόδια ως το κεφάλι
Ένα βιβλίο ανήμερο. Στο τέλος
Θα στέψει με τα ολάνοιχτα φτερά του
Τον ακέφαλο συμπότη της ζωής.
Την ώρα αυτή που κάποιος μετράει
Τα τελευταία του λεφτά ή τηλεφωνήματα
Βουτάω μια μπουκιά ψωμί στο ξίδι.
Την πόλη την μαρμαρώνει το χιόνι.
Κανένα τοσοδούλι πλάσμα, ασβός ή μέλισσα
Δεν έχει χώρο πια για τη φυλή του
Τα κοπάδια τους πηδάνε στο κενό.
Δεν θα τελειώσει αυτός ο δείπνος
Αέρας σπρώχνει τα χαρτιά μου στη θάλασσα
Όλα των στίχων μου τ’ αναμμένα καντήλια
Στο κύμα. Να τα σβήσει το νερό.
Μήπως μιλήσουν πράγματι οι φλογίτσες
Όταν μείνει το ποτήρι μου αδειανό.
Δήμητρα Χ. Χριστοδούλου ( 1953 - )
Πηγή: Είκοσι τέσσερις χτύποι και σιωπή, Μελάνι, 2019
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου