Αφιέρωση
Είχα ξεχάσει πώς μυρίζει το γιασεμί.
Αλλά βγαίνοντας στη νύχτα, ξαφνικά,
ντυμένος λεπτό χιτώνα τον ιδρώτα σου
ντυμένος χρυσό ιμάτιο το άρωμά σου,
χτύπησα πάνω στην οσμή του γιασεμιού σαν σε γυάλινο τοίχο.
Ονειρεύομαι αυτό που έζησα.
Το σώμα το δροσερό με τους ίσκιους,
το σώμα το δυνατό με την έκσταση
και την κραυγή, την κραυγή –
Σ’ αγαπώ τρυφερά και σ’ αγαπώ άγρια,
περπατώ την νύχτα ντυμένος τον λεπτό σου ιδρώτα,
στεφανωμένος το άρωμα του γιασεμιού
και προφητεύω.
Αμφισβητώ το ποίημα, είναι φτωχό.
Είμαι κι εγώ φτωχός χωρίς εσένα.
Αν ποίημα είμαστε μαζί
δεν έχω γράψει καλύτερο.
Συμπτωματικά βγήκα στον κήπο
και είδα ψηλά μίαν υπέρλαμπρη πανσέληνο
σε διαυγέστατο μαύρο στερέωμα.
Ένιωσα ένα σφίξιμο.
Γιατί να μην είμαι είκοσι χρονών...
να... να...
Τι έκανα τότε με την πανσέληνο;
Ξενυχτούσα... τραγουδούσα... ερωτευόμουν...
Τα έκανα πραγματικά, ή τα διάβασα στα βιβλία;
Δεν είμαι πια τόσο σίγουρος.
Καλύτερα να μπω στο σπίτι, να κλείσω και τα παράθυρα.
Κάνει ψύχρα.
Αυτή η πανσέληνος με μπερδεύει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου