Και ξαναβρέθηκα πάνω στη θάλασσα την αδιάφορη και ρευστή. Όταν θα ’μαι νεκρός, δεν θα με κάνουνε πια να υποφέρω. Όταν θα ’μαι θαμμένος ανάμεσα στον πατέρα και τη μητέρα μου, δεν θα με κάνουνε πια να υποφέρω. Δεν θα γελάνε πια με τούτη την καρδιά που αγαπά υπέρμετρα. Βαθιά μέσα στη γη θα λιώσει το βαπτισμένο μου κορμί, μα η ψυχή μου, σαν την πιο αιχμηρή κραυγή, θ’ αναπαυθεί στους κόλπους του Αβραάμ. Τώρα όλα διαλύονται, και με βλέμμα βαρύ ψάχνω μάταια γύρω μου και τη χώρα τη γνώριμη με το στέρεο δρόμο κάτω απ' το βήμα μου και το πρόσωπο εκείνο το σκληρό. Ο ουρανός είναι πια μόνο ομίχλη κι ο χώρος γύρω μου νερό. Το βλέπεις – όλα διαλυμένα κι εγώ θα ’τανε μάταιο να ψάξω γύρω μου σχήμα ή γραμμή. Τίποτε, στον ορίζοντα, παρά μόνο το τέλος του πιο σκοτεινού χρώματος. Η ύλη των πάντων συνενώνεται σ' ένα και μόνο νερό, ίδιο μ' αυτά τα δάκρυα που νιώθω να κυλούν πάνω στα μάγουλά μου. Η φωνή της, ολόιδια με τη φωνή του ύπνου όταν μας ψιθυρίζει ό,τι το πιο απεγνωσμένο. Μάταιο να ψάξω, αφού δεν βρίσκω πια τίποτα εκτός από τον ίδιο εμένα – ούτε τη χώρα που ήτανε ο τόπος μου, ούτε το πρόσωπο το πολυαγαπημένο.
Μετάφραση: Στρατής Πασχάλης
ΜεΚαι ξαναβρέθηκα πάνω στη θάλασσα την αδιάφορη και ρευστή. Όταν θα ’μαι νεκρός, δεν θα με κάνουνε πια να υποφέρω. Όταν θα ’μαι θαμμένος ανάμεσα στον πατέρα και τη μητέρα μου, δεν θα με κάνουνε πια να υποφέρω. Δεν θα γελάνε πια με τούτη την καρδιά που αγαπά υπέρμετρα. Βαθιά μέσα στη γη θα λιώσει το βαπτισμένο μου κορμί, μα η ψυχή μου, σαν την πιο αιχμηρή κραυγή, θ’ αναπαυθεί στους κόλπους του Αβραάμ. Τώρα όλα διαλύονται, και με βλέμμα βαρύ ψάχνω μάταια γύρω μου και τη χώρα τη γνώριμη με το στέρεο δρόμο κάτω απ' το βήμα μου και το πρόσωπο εκείνο το σκληρό. Ο ουρανός είναι πια μόνο ομίχλη κι ο χώρος γύρω μου νερό. Το βλέπεις – όλα διαλυμένα κι εγώ θα ’τανε μάταιο να ψάξω γύρω μου σχήμα ή γραμμή. Τίποτε, στον ορίζοντα, παρά μόνο το τέλος του πιο σκοτεινού χρώματος. Η ύλη των πάντων συνενώνεται σ' ένα και μόνο νερό, ίδιο μ' αυτά τα δάκρυα που νιώθω να κυλούν πάνω στα μάγουλά μου. Η φωνή της, ολόιδια με τη φωνή του ύπνου όταν μας ψιθυρίζει ό,τι το πιο απεγνωσμένο. Μάταιο να ψάξω, αφού δεν βρίσκω πια τίποτα εκτός από τον ίδιο εμένα – ούτε τη χώρα που ήτανε ο τόπος μου, ούτε το πρόσωπο το πολυαγαπημένο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου