Παρασκευή 19 Αυγούστου 2022

Γιάννης Ρίτσος - Τρίπτυχο


1. Ώσπου βράδιασε

Κρατούσε στο χέρι του το χέρι της. Δε μιλούσε.
Άκουγε πέρα, ίσως και μέσα του,
τον άφθονο σφυγμό της θάλασσας.
Η θάλασσα, τα πεύκα, οι λόφοι, είταν το χέρι της.
Άν δεν της τόλεγε, πως θα κρατούσε το χέρι της;

Σώπασαν, ώσπου βράδιασε. Κάτω απ’ τα δέντρα,
είταν μονάχα ένα άγαλμα με τα δυο χέρια του κομμένα.

2. Μια γυναίκα

Η νύχτα αυτή, απροσπέλαστη, κανέναν δε φιλάει—
μόνη μέσα στο φόβο της μη δε βρεθεί κανείς να τη φιλήσει.

Με πέντε αστέρια-δάχτυλα κρύβει μια τούφα άσπρα μαλλιά
κ’ είναι έτσι ωραία σαν άρνηση του πιο ωραίου εαυτού της.

3. Τί φταίμε;

Κάτω απ’ τη γλώσσα σου είναι τα λεπτά κλωνάκια του άνηθου,
οι σπόροι των σταφυλιών και οι ίνες των ροδάκινων.
Μέσα στη σκιά που ρίχνουν τα ματόκλαδά σου
είναι μια γη ζεστή. Μπορώ να ξαπλώσω
και να ξεκουραστώ ανερώτητα, είπε.

Τί θέλει λοιπόν αυτό το “πιο πέρα”;
Καα συ τί φταίς, ανυποψίαστη, να μένεις με τα φύλλα;
Ωραία κι απλή μες στο χρυσό σχήμα της ζέστας σου;
Κ’ εγώ τί φταίω να προχωρώ μέσα στη νύχτα
δέσμιος στην ελευθερία μου, είπε, τιμωρώντας ο τιμωρημένος;

Παρενθέσεις (1946-1947). Ποιήματα, Τόμος δεύτερος (1977), Κέδρος.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου