εσέ άνοιξα πρώτη; Τριγύρω
βασιλεύουν αχνόφωτοι οι κάμποι –
στη γαλήνην ολόφωτος νάμπει
ήρτε ο νους μου.
Ποιά νέαν ωραιότη θ’ αστράψεις
στην όψη μου;
Μέσα, στον ακοίμητο αιθέρα,
η βαθιά γνωριμιά μου ν’ ανάψει
τη νέαν αβασίλευτη μέρα;
Να, ο χιτώνας μου λάμπει,
γυαλίζει σαν του άμμου το κρίνο –
μιαν απόγειαν αγνότη φυσάει.
Κυβερνάω στην απάρθενην έρημο
μια αρετή και μια νιότη.
Γαληνά λάμπουν όλα,
πολύβοα. Σε όλα
δράμει φως. Και η ψυχή μου θαμάζει
τα γνώριμα μύρα,
βαθιά τα δοξάζει.
Σα να πέρασα
το στερνό του Οδυσσέα ταξίδι,
όλα τ’ άφηκα πίσω μου
πως αφήνει ένα ντύμα το φίδι.
Κι ως ο θάνατος όξω απ’ τα πέλαγα
αλαφρός που του ετάχτηκε,
κλήρα –
ένα αργό ηλιοβασίλεμα
θα έχει μείνει σ’ εμέ,
που τον τρίσβαθον
οπού ανάσανε αγέρα έχω γύρα.
Άγγελος Σικελιανός (14 Μαρτίου 1884 – 19 Ιουνίου 1951)
Από την ποιητική συλλογή «ΑΛΑΦΡΟΪΣΚΙΩΤΟΣ»,1907.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου