Σ’ αυτά τα κακούργα χαράματα η νεκρίλα των πεύκων
ευαγγελίζεται τη νιόκοπη γαλήνη.
Τώρα το σκέφτομαι: η σιωπή των πάγων
αναγκάζει την αγιότητα να ’ναι άσπρη.
ευαγγελίζεται τη νιόκοπη γαλήνη.
Τώρα το σκέφτομαι: η σιωπή των πάγων
αναγκάζει την αγιότητα να ’ναι άσπρη.
Το μαύρο μ’ έχει προσαρτήσει.
Μια κραυγή, δίχως λόγο, επεκτείνει την ύπαρξη
μια κραυγή στον αέρα μεγαλώνει το ύψος μου.
Στον αέρα κι ο γέρος ερυθρόδερμος
με τ’ άσπρα του μαλλιά σα γνέμα
κειμήλιο της σιγής ανεχτίμητο.
Μια κραυγή, δίχως λόγο, επεκτείνει την ύπαρξη
μια κραυγή στον αέρα μεγαλώνει το ύψος μου.
Στον αέρα κι ο γέρος ερυθρόδερμος
με τ’ άσπρα του μαλλιά σα γνέμα
κειμήλιο της σιγής ανεχτίμητο.
Η νύχτα η βία και η έμπνευση.
Την είδα την αποκαθήλωση του Γκουεβάρα
σε μια γούρνα της Βολιβίας.
Ολόγυρα στέκονταν οι λοχαγοί με το δάχτυλο
δείχναν απάνω στο κορμάκι του τις τρύπες.
Την είδα την αποκαθήλωση του Γκουεβάρα
σε μια γούρνα της Βολιβίας.
Ολόγυρα στέκονταν οι λοχαγοί με το δάχτυλο
δείχναν απάνω στο κορμάκι του τις τρύπες.
Νίκος Καρούζος (Ναύπλιο 17 Ιουλίου 1926- Αθήνα 28 Σεπτεμβρίου 1990)
Aπό τη συλλογή« Λευκοπλάστης για μικρές και μεγάλες αντινομίες», 1971.
Πηγή:Νίκος Καρούζος, Τα Ποιήματα, τ΄Α. (1961-1978), σελ. 261
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου