Ίσως ένα πρωϊνό έτσι καθώς θα περπατώ, μεσ' τον αέρα
από γυαλί, ξηρό
γυρνώντας πίσω μου αντικρύσω το θάμμα που θα γίνεται:
Το τίποτα στις πλάτες μου, πίσω από μένα το κενό,
με τρόμο μεθυσμένου.
Έπειτα σαν σε οθόνη επάνω, ξαφνικά, σπίτια και λόφοι
και πουλιά να ενορχηστρώνονται για τη συνηθισμένη
απάτη.
Όμως θα είναι πια πολύ αργά: κι εγώ στον κόσμο μέσα
σιωπηλός, που δεν γυρίζει
με το δικό μου μυστικό θα προχωρώ.
Μετάφραση: Νεοκλής Κυριάκου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου