Τρίτη 12 Οκτωβρίου 2021

Pablo Neruda-Ποιμενικό


Δώσ’ του να σκιτσάρω όλο βουνά,
όλο ποτάμια και σύννεφα...
Βγάζω το κοντύλι μου απ’ την τσέπη,
σημειώνω πουλιά που πετάνε ψηλά,
μιαν αράχνη αραχτή στον αργαλειό της,
κι ό,τι άλλο μου ρθει
-που δεν μου έρχεται-
στο νου.
Είμαι αέρας,
αέρας ολάνοιχτος που βολτάρει στα στάρια·
μ’ αγγίζουνε βαθιά στην ψυχή τα φτερουγίσματα,
η αβέβαιη πτώση των φύλλων,
το στρογγυλό μάτι του ασάλευτου ψαριού
μες στα νερά της λίμνης,
τ’ αγάλματα που ταξιδεύουν στα νέφαλα,
οι ασταμάτητοι πολλαπλασιασμοί της βροχούλας.
Μόνο το διάφανο μού τριβελίζει το μυαλό καλοκαίρι
κι άλλο από άνεμο δεν τραγουδάω – έτσι
διαβαίνει μπροστά μου η Ιστορία με τον παλιαραμπά της
τον κατάφορτο σάβανα, αίματα, παράσημα, ταρατατζούμ...
έτσι διαβαίνει εκείνη,
κι εγώ δεν νιώθω παρά μόνο ποτάμια
σαν κάθομαι μόνος παρεούλα με την όψιμη άνοιξη.
Τσοπάνε, τσοπάνε δεν ξέρεις;...
Πως σε περιμένουν, δεν το ξέρεις, αλήθεια;...
Το ξέρω... πώς δεν το ξέρω;... Και το ξέρω καλά,
μα έλα που εδώ πλάι στο καθαρό το νερό,
κι όσο τριζοβολάν κι ανάβουνε τα μικρά τζιτζικάκια,
ας πάν’ να με περιμένουν οι άλλοι, ας πάν’...
Εγώ εδώ, εδωνά,
περιμένω μονάχα εμένα,
εμένα θέλω να δω, εμένανε,
και στο κάτω-κάτω αυτό που βαθιά μου επιθυμώ
είναι να μάθω πώς να νιώθω εμένα,
κι όταν θα φτάσω εκεί όπου εμένα θα περιμένω,
θα πάω ευτυχής να κοιμηθώ
σκασμένος στα γέλια με όλα τα άλλα.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου