Τι με νοιάζει η φρονιμάδα σου;
Ας είσαι όμορφη! ας είσαι λυπημένη!
Τα δάκρυα στο πρόσωπο προσθέτουν γοητεία,
Σαν το ποτάμι στο τοπίο ̇
Η καταιγίδα ξανανιώνει τα λουλούδια
Σ’ αγαπώ προπαντός όταν η χαρά
Αποσύρεται απ’ το χλομό σου μέτωπο.
Όταν η καρδιά σου στη φρίκη πνίγεται ̇
Όταν πάνω στο παρόν σου ξεδιπλώνεται
Με το φρικτό σύννεφο το παρελθόν.
Σ’ αγαπώ όταν απ’ το μεγάλο σου μάτι ρέει
Ένα ζεστό δάκρυ σαν αίμα ̇
Όταν, παρά το χέρι μου που σε λικνίζει,
Η αγωνία σου, πολύ βαριά διαπερνά
Σαν ρόγχο αποδημούντα.
Ανασαίνω, ηδονή θεία!
Ύμνο βαθύ, εξαίσιο!
Όλους τους λυγμούς του κόρφου σου,
Και πιστεύω ότι η καρδιά σου φωτίζεται
Απ’ τα μαργαριτάρια που χύνουν τα μάτια σου.
Γνωρίζω ότι η καρδιά σου, που βρίθει
Από παλιές αγάπες ξεριζωμένες,
Σπινθηροβολεί σαν ένα σιδηρουργείο,
Κι ότι στον κόρφο σου επωάζεις
Λίγο απ’ τον εγωισμό των αμαρτωλών ̇
Αλλά, εφόσον τα όνειρα σου, αγαπητή μου,
Δεν αντανακλούν την Κόλαση,
Και μ’ εφιάλτη δίχως αναστολές,
Αναλογιζόμενη φαρμάκια και ρομφαίες
Συνεπαρμένη από μπαρούτι και σίδερο,
Μην ανοίγοντας στον καθένα παρά με φόβο,
Αποκρυπτογραφώντας τη δυστυχία παντού,
Παθαίνοντας σπασμούς όταν η ώρα σημαίνει,
Δεν θα ‘χεις νιώσει την περίπτυξη
Της ακάθεκτης Αηδίας,
Δε θα μπορέσεις, βασίλισσα σκλάβα
που δε μ’ αγαπάς παρά με φόβο,
Μες στη φρίκη της νοσηρής νύχτας
Να μου πεις, ψυχή γεμάτη κραυγές:
«Ισότιμη σου είμαι, ω Βασιλιά μου!»
Μετάφραση: Δέσπω Καρούσου
Πηγή: Charles Baudelaire, Τα άνθη του κακού. Αθήνα: Εκδόσεις Γκοβόστη 1992.
Ας είσαι όμορφη! ας είσαι λυπημένη!
Τα δάκρυα στο πρόσωπο προσθέτουν γοητεία,
Σαν το ποτάμι στο τοπίο ̇
Η καταιγίδα ξανανιώνει τα λουλούδια
Σ’ αγαπώ προπαντός όταν η χαρά
Αποσύρεται απ’ το χλομό σου μέτωπο.
Όταν η καρδιά σου στη φρίκη πνίγεται ̇
Όταν πάνω στο παρόν σου ξεδιπλώνεται
Με το φρικτό σύννεφο το παρελθόν.
Σ’ αγαπώ όταν απ’ το μεγάλο σου μάτι ρέει
Ένα ζεστό δάκρυ σαν αίμα ̇
Όταν, παρά το χέρι μου που σε λικνίζει,
Η αγωνία σου, πολύ βαριά διαπερνά
Σαν ρόγχο αποδημούντα.
Ανασαίνω, ηδονή θεία!
Ύμνο βαθύ, εξαίσιο!
Όλους τους λυγμούς του κόρφου σου,
Και πιστεύω ότι η καρδιά σου φωτίζεται
Απ’ τα μαργαριτάρια που χύνουν τα μάτια σου.
Γνωρίζω ότι η καρδιά σου, που βρίθει
Από παλιές αγάπες ξεριζωμένες,
Σπινθηροβολεί σαν ένα σιδηρουργείο,
Κι ότι στον κόρφο σου επωάζεις
Λίγο απ’ τον εγωισμό των αμαρτωλών ̇
Αλλά, εφόσον τα όνειρα σου, αγαπητή μου,
Δεν αντανακλούν την Κόλαση,
Και μ’ εφιάλτη δίχως αναστολές,
Αναλογιζόμενη φαρμάκια και ρομφαίες
Συνεπαρμένη από μπαρούτι και σίδερο,
Μην ανοίγοντας στον καθένα παρά με φόβο,
Αποκρυπτογραφώντας τη δυστυχία παντού,
Παθαίνοντας σπασμούς όταν η ώρα σημαίνει,
Δεν θα ‘χεις νιώσει την περίπτυξη
Της ακάθεκτης Αηδίας,
Δε θα μπορέσεις, βασίλισσα σκλάβα
που δε μ’ αγαπάς παρά με φόβο,
Μες στη φρίκη της νοσηρής νύχτας
Να μου πεις, ψυχή γεμάτη κραυγές:
«Ισότιμη σου είμαι, ω Βασιλιά μου!»
Μετάφραση: Δέσπω Καρούσου
Πηγή: Charles Baudelaire, Τα άνθη του κακού. Αθήνα: Εκδόσεις Γκοβόστη 1992.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου