Δευτέρα 23 Νοεμβρίου 2020

Λουκάς Θεοδωρακόπουλος - Ποιήματα

 


Όταν βλέπεις τα μάτια μου

Όταν βλέπεις τα μάτια μου να σκοτεινιάζουν
κι ακούς το αίμα στις φλέβες μου
να κατεβαίνει βουίζοντας.
Όταν αντί να μιλήσω
βλέπεις σφαγμένα πουλιά
να φράζουν το στόμα μου
κι ακούς τίς μαύρες νυχτερίδες
να ρημάζουν το κέντρο μου.
Όταν στήν άκρη τού πνιγμού
στο έλεος τού πανικού
ικετεύω
ώ μη θυμώνεις άγγελε μη σπρώχνεις.
Κάμε φωλιά το χέρι σου
και σκέπασε με ...

Λουκάς Θεοδωρακόπουλος (1925 - 26 Απριλίου 2013)

Πηγή: Σπύρος Κοκκίνης, Ανθολογία Νεοελληνικής Ποίησης, Έκδ. Ι. Δ. Κολλάρου και ΣΙΑΣ Α,Ε., Αθήνα 2000.


Ξανοίγεις μέσα μου 


Ξανοίγεις μέσα μου μανιάτικα τοπεῖα
μοῦ δείχνεις τὴ γύμνια μου.
Νιώθω σὰν πύργος ἐγκαταλειμμένος
μὲ τὶς φωνὲς τῶν νιούτσικων φευγάτες.
Ἀπὸ τὸ καραοῦλι μου ἀγναντεύω τὴ θάλασσα:
γριὰ μανιάτισσα ποὺ πέτρωσε θρηνολογώντας.


«Ἀνθολογία Νεοελληνικῆς Ποίησης» Ἔκδ. Ι.Δ. ΚΟΛΛΑΡΟΥ & ΣΙΑΣ Α.Ε., Ἀθῆναι 2000.


Οι θάμνοι


Από τα δέντρα περισσότερο

αγαπώ τους θάμνους.

Αντέχουν πιο πολύ στη δίψα

έχουνε μνήμη πιο γερή

δίνουν πιο εύκολα φιλοξενία.


Τους λείπει βέβαια το ύψος

η δίψα του ουρανού

η μεγάλη θέα.


Όμως κοντά στο χώμα

νοιάζονται πιο πολύ

ακούν πιο έντονα

το χτυποκάρδι των κυνηγημένων.


1963


Το σώμα σου


Το σώμα σου

γεμάτο παράθυρα

κι εγώ μέσα του εγκάθειρτος

μονάχα ό,τι μου δείχνει

βλέπω.


Προθεσμία


Μπορείτε να μετράτε τα χρυσοφόρα κοιτάσματα

του μόχθου μας, όσο κρατάει ακόμη το σκοτάδι

πάνω στις λόγχες του ακατάβλητου γρασιδιού.

Υπάρχει ίσως ακόμη καιρός να ετοιμάσετε τις αποσκευές σας.

Το πρωί θ’ ακουστούν οι οπλές των αλόγων

κι απ’ τ’ ανατολικά προάστια

θα ξεκινήσει ένας λαός από θωρακοφόρα μυρμήγκια

σέρνοντας πίσω του – τρόπαιο –

το σαστισμένο κουφάρι της βασίλισσας.


Το έντομο


Τα λογικά επιχειρήματα

οι θεμιτές προβλέψεις

ο κύκλος των «στοχαστικών προσαρμογών»

ο επιούσιος και ο αυριανός

ορυμαγδός των άστρων μέσα μου

τα επαχθή φορτία της μνήμης

η σύγχυση, η ολιγοπιστία των φίλων –

όλα μιλούν την αδήριτη γλώσσα

του τέλους.

Όλα. Και μόνο το σώμα σου

τεράστιο έντομο

επιμένει

να μου φράζει τον ήλιο.


 Αναδρομή, Καστανιώτης, 1978

 

Ο εκφωνητής

 

 

Δεν θα ξεχάσουμε ποτέ τη φωνή σου

γενναίο παιδί:

Εδώ Πολυτεχνείο!

Εδώ Πολυτεχνείο!

Σας μιλάει ο σταθμός

των ελεύθερων αγωνιζόμενων φοιτητών

των ελεύθερων αγωνιζόμενων Ελλήνων!

 

Είχες βραχνιάσει να μιλάς με τις ώρες

μα πιο πολύ ήταν το πάθος που ράγιζε

το πυρωμένο μέταλλο της φωνής σου

γεμίζοντας τους αιθέρες μ' ανατριχίλες και δάκρυα.

Κι ο πλανταγμένος λαός συσπειρωμένος

μισός στους δρόμους και μισός στα σπίτια

ρουφούσε λαίμαργα το τραύλισμα της λευτεριάς

που σπαρταρούσε μέσα στο στήθος σου

κι αγωνιούσε και παθαίνονταν κι έκανε

προσευχές, Χριστέ μου, να μη σωπάσεις.

Γιατί χρόνια και χρόνια σ' αυτό τον τόπο

είναι στη μοίρα του ν' ακούει αυτό το τραύλισμα

που δεν προφταίνει να γίνει φωνή

που δεν προφταίνει να γίνει φθόγγος

και μουσική αναστάσιμη.

Γιατί χρόνια και χρόνια

στην κρίσιμη στιγμή

τα δολερά χέρια των τυράννων

υπογράφουν το διάταγμα της σιγής σου.

19 Νοέμβρη 1973

 

Αναδρομή, εκδ. Καστανιώτη, 1978.

Σάρκα

Σάρκα γυμνή,  φωτιά της μόνωσής μου

ώ σάρκα,

λουλούδι ενός κρυστάλλινου χειμώνα,

η ζεστασιά σου με παγώνει.


κάθε πρωί…

Κάθε πρωί,
ξαναθυμάμαι τη ζωή μου·
ξαναγυρίζω στις γωνιές που άφησα
το παιδικό μου πρόσωπο,
στα ίχνη των βημάτων μου
που έσβυσαν·
κάθε πρωί,
νιώθω τον εαυτό μου ξένο
και την ενότητα
χαμένη
της μοίρας μου.

Φωτογραφία

Τώρα  μπορεί να με κοιτάξεις.
Δες με καλά για να τυπώσεις
τη μορφή μου σταθερά.
Δεν έχω τίποτε να κρύψω, δε φοβάμαι
να προβάλω στο φως.
Ό,τι βλέπεις στα μάτια μου
μπορείς να το διαβάσεις
και να ‘σαι σίγουρος’
ό,τι διακρίνεις στα χείλη μου
μπορείς να το μαντέψεις’
κι ό,τι έχω στην καρδιά μου,
να το!
Ζωγράφισέ με αυθεντικά
με την αλάνθαστή σου Μέθοδο
του Σοσιαλιστικού Ρεαλισμού.
Κι αν τύχει αύριο να σε ρωτήσει κάποιος,
μη διστάσεις: ήταν κι αυτός
ένας αδύνατος άνθρωπος, πες του,
σαν τους άλλους.

Το παράθυρο και η παγωνιά

Άφησα το παράθυρο ανοιχτό
κι όλη τη νύχτα πάγωσα.
Δε φαίνονταν πως θα κατέβει παγωνιά.
Η μέρα ήτανε τόσο ζεστή
που νόμιζες ότι ξανάρθε καλοκαίρι…

Τώρα κοιτάζω την καταστροφή:
Μου ‘σπασε τον καθρέφτη μου,
το πιο ακριβό μου βάζο,
το κάδρο με το ανοιξιάτικο τοπίο.
Ό,τ’ είχα πιο πολύτιμο…

Ίσως καλύτερα. Μπορεί κανείς να ζήσει
και χωρίς αυτά. Τουλάχιστο
πρέπει να μάθει. Έτσι κι αλλιώς
τα πράγματα, με τον καιρό, θα λιγοστεύουν.

Ο γυμνοσάλιαγκας

Ο  γυμνοσάλιαγκας, μόλις βραδιάσει,
από τη σκοτεινιά του πηγαδιού,
στη σκοτεινιά της νύχτας βγαίνει,
με οδηγό το αλάθητο ένστικτό του,
και σέρνεται αργά, τυφλά κατά τον κήπο.
Το φως της μέρας τον τρομάζει. Φοβάται
να δειχθεί γυμνός. Τρέμει το αλάτι.
Γι’ αυτό μόλις ακούσει ανθρώπου βήμα,
τις φωτεινές κεραίες του μαζεύει,
ζαρώνει το τεφρό του δέρμα
κι όλος μια τύψη εμπιστεύεται στο χώμα.
Πλάσμα γυμνό κι ανυπεράσπιστο,
όπλο δεν έχει άλλο απ’ το ρίγος του κορμιού του. 

Αντέχει

Κάθε σου πράξη και μιά έκπτωση.
Κάθε μου βήμα και μιά πτώση.
Κουρελιασμένο λάβαρο
Κατάντησε ο έρωτας μου.
Κι όμως αντέχει.

Λουκάς Θεοδωρακόπουλος (1925 - 26 Απριλίου 2013)


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου