Φτάνει ως το στόμα ένας θυμός
που τον φοβάμαι
που τον λυπάμαι
θυμός πηγμένος μαυροκίτρινος θολός
βγαίνει απ΄ τα βάθη
ήταν κι εχάθη
μαύρος και μαύρος ταραγμένος ποταμός.
Πηγμένο αίμα και η μάνα μου φωνάζει
- που ειν΄ το παιδί μου;
- που ειν΄ το κλωνί μου;
ένας αγροίκος με στολή και γκλομπ μ΄ αρπάζει
στενός ο τόπος
κακό ο τρόπος
κίτρινο απόγευμα η πόλη αλαλάζει
χτυπά το στήθος της
χτυπά το μίσος της
αιμορραγεί ο ουρανός, πάνω μου στάζει.
Ποτέ ξανά, τόσοι ειδικοί για ένα φόνο
σειρά μαχαίρια
κομμένα χέρια
πόσο πουλάς το καουτσούκ; δώσε, πληρώνω
η ελευθερία: ωραία κυρία
η κύρια μου κατηγορία
πήγα στο χάος μου και δεν το μετανιώνω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου