Κάποτε λοιπόν υπήρχε ο κόσμος
Και ο φόβος δεν φυσούσε σαν άνεμος
σ’ έναν έρημο χρόνο χωρίς αντικείμενα
για να υποστούν τη φθορά
και χωρίς πρόσωπα τα ρολόγια-
Στη Νανά Ησαΐα που το έγραψε
Έπειτα η προβολή του εαυτού σου διακομμένη απότομα
Όπως τίποτα ήρθε
Σ’ αδειάζει στο σύμπαν
Όμως ίσως να συνεχίζεται μπροστά σ’ έν’ άλλο κοινό
Σ’ έν’ άλλο παραλλαγμένο κενό
Κάτω από μιαν άλλη ομπρέλα για τη θάλασσα
Και το σκισμένο au revoir του έρωτα
Ανάμεσα στις μισάνοιχτες γρίλιες της τρέλας
Ίσως αυτό που έψαχνε εκείνος
Μεσάνυχτα
Μ’ ένα φακό μες στα χόρτα να ‘σουν εσύ
Που δεν πήγες προς τα εκεί
Να σε βρει
Δεν εμφανίστηκες ποτέ στο φιλμ
Συσκεύασες μόνο το μηδέν σ’ ένα πεδίο βολής
Αυτών που θα γίνουν νεκροί
Πυροβολώντας με συχνά διάκενα σιωπής
Σε μια συνέχεια ήσυχη και μεταφυσική
Νύχτα που πέθαναν όλοι στο νοσοκομείο της ποίησης
Και μόνος ο άνθρωπος κόλαση απέναντι σε τόσα μάτια κλειστά
Ή σ’ εκείνα του Μοντιλιάνι
Γεμάτα χίμαιρα και νοσταλγία θαλασσινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου