Δεν είχα στη ζωή μου, άλλο πορτραίτο θείο,
που λίκνισ' η Λατίνα φυλή σ' ένα ειρμό,
θυμόσοφο, ανοικτίρμον, αιματηρό και λείο,
από του Πιερρότου το μάγο καγχασμό.
Λευκός, σαν ότι μένει από φίδι, ράσο,
πουκάμισο, ιερότης, του βρυκολάκου αδρή,
η ατέρμωνματαιότης, το φάντασμα, να πλάσω,
μιαν ανθρώπινη εικόνα, σαν τάχα πονηρή.
Μια μολιέρεια φάτσα, ένα προφίλ μοιραίο,
τριτέρατο ένα σχήμα, μια κάτοψι φτενή,
ονειρεμένο μέθυ, χαζό και τεταρταίο
μια της Σατύρας φάσι, σαν όγδοοι ουρανοί.
Κάτι που λέει για τάχα ανώδυνη ειμαρμένη,
γκλίν-γκλίν, τα κουδουνάκια παρντέτζες που μηνούν
μια νίκη Δονκιχώτεια, την τέφρα, που απομένει,
ενώ, τυφλά τα πλήθη για κάπου ξεκινούν.
(27/7/30)
Πως σ' Αγαπούσα
Πως σ' αγαπούσα, όσο ποτέ μεσ' στης ορμής τη δίνη,
δε στάθηκα να στοχαστώ, τ' ήσουν για μένα η μόνη,
που μου νανούρισες χαρές και λύπες κι η οδύνη
πως εύρισκεν ανάπαυσι ναν τήνε βαλσαμώνει.
Έτσι ρητά σαν πάντοτε, μα πειό πολύ, σε λίγο,
θα βαυκαλίζη η ολόπαλη φωνή σου την ψυχ΄΄η μου.
κι έτσι που λείπω σήμερα, ποτέ πια δε θα φύγω
και στη χαρά μου απ' το πλάι σου και μεσ' στη στοναχή μου.
(26/10/31)
Ρώμος Φιλύρας, Πορτραίτα Και Κειμήλια: Ανέκδοτα Ποιήματα 1930-1936.
Πηγή: http://vakxikon.blogspot.com/2007/05/1930-1936.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου