Είναι πάντα σχεδόν βράδυ, όταν
χτυπάμε τη χαμηλή πόρτα
η γριά με τα βαμμένα μαλλιά
σβήνει το φως κι ανάβει δυο κεριά
οι σκιές μας γεμίζουν τον τοίχο
και οι καρδιές μας πάνε να φύγουν
καθώς τα χαρτιά της παλιάς τράπουλας
αραδιάζονται υπνωτισμένα στο τραπέζι.
Αυτός ο βαλές σπαθί έρχεται και ξανάρχεται
μαζί με το τέσσερα μπαστούνι
η γριά μας κοιτάζει στα μάτια
ά, πώς αναστενάζει
ούτε μια λέξη, για τον Νοέμβριο
αν θα ξανάρθει
πότε θα ξανάρθει.
Πηγή: Τα ποιήματα: 1944-1984, Ίκαρος, σ. 182.
Αντλήθηκε απ' το προφίλ του Σπύρου Αντωνόπουλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου