Στον Βασίλη Λαλιώτη
Πτέρυγα μάχης, νεοσύλλεκτοι, ο Κώστας, εμπόριο λευκών ειδών, το τσιγγανάκι, έκλαιγε δίπλα μου όπως γυρίζαμε επιστασίες. «Πρώτη φορά δεν είμαι ελεύθερος, αδέρφι». Οι άλλοι, οι δικοί του, τον παρακολουθούσαν πίσω απ' τα συρματοπλέγματα, όπου κι αν πήγαινε, λες και θρηνούσαν πεθαμένο. Μετά από ώρες, λίγο πριν χαθούμε προς τη μεγάλη πίστα, είχαμε μπει το μεσημέρι κι είχε βραδιάσει πια, ήτανε μια κοπέλα μαγική που σήκωσε τη φούστα της – κανένα ρούχο από κάτω - φωνάζοντας: «Κοίτα ρε Κώστα! Δες το μουνί μου, ρε, να το θυμάσαι μέσα!». Έβαλε τότε να φυσάει, έμοιασε η ζωή με πλάνο του Ταρκόφσκι, τα πάντα κι όλους μας λυγίζοντας, μόνο η γυναίκα έμεινε ακίνητη και να φωνάζει μπροστά σε χίλια πεινασμένα βλέμματα για έναν: «Κοίτα, ρε Κώστα!». Παρακαλώντας: «Κοίτα...».
_________________
"ΜΕΓΑ ΛΑΪΚΟ", εκδόσεις OBLIC EDITIONS, 2024
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου