Σ’ ευχαριστώ, σ’ ευχαριστώ, ω εσύ πού ’ρθες σε μένα,
τ’ ωχρό τ’ απομεσήμερο κι έφυγες με το βράδυ,
περαστικά σαν τ’ όνειρο, σαν το φιλί θλιμμένα
που άφηνες, φεύγοντας, σε μένα για σημάδι.
Και γέμισες με μι’ άπειρη γλυκύτητα τα ξένα
που ήταν για μένα πιο βαριά κι απ’ το σκοτάδι.
Και νιώθω ακόμα σήμερα, που σ’ έχω πια χαμένα,
απ’ το κορμί μου να περνά κάποιο δικό σου χάδι.
Γι’ αυτό κι εγώ σ’ αγάπησα και σ’ αγαπώ και τώρα
τόσο γλυκά, όσο γλυκά μου χάρισες κι εσύ
τη δύναμή σου, τη χαρά, τη νιότη σου στην ώρα
που έδειχνε ο δείχτης άμετρη στιγμή την ηδονή.
‐ Ω, εσύ που δε με γνώριζες κι ήρθες σε με, κι εγώ,
σα να σε γνώριζα από πριν, σε θέλω και σε νοσταλγώ.
Μήτσος Παπανικολάου, περιοδικό Μούσα, Σεπτέμβριος 1921
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου