Τρίτη 1 Δεκεμβρίου 2020

Σπύρος Τσακνιάς-Ομόκεντρα ποιήματα


I


Ωραία μες στο πανδαιμόνιο η φωνή σου

σεληνοβάμων με τα φθοριούχα χέρια

μυρίζεις δεντρολίβανο μυρίζεις άνεμο

άλλων εποχών ένα τριάλφα είσαι

στο στήθος της νύχτας

ατμούς θλίψεων εκκρίνουν οι αδένες σου κι εγώ

αναπνέω τη νύχτα μες στα μάτια σου

παρακολουθώ τις αργές κινήσεις σου

τον τρόπο που τσακίζεις τα σπίρτα στα δυο

και τα τυλίγεις στο μαντίλι σου

χαμογελώντας μυστικά στον αδειούχο στρατιώτη

που οιμώζει από νόστο.

Εγώ πίνω τη νύχτα κι εσύ

γίνεσαι πάλι αδιάφανη

τόσον ωραία τόσο άρρωστη τόσο τρωτή.


II


Όλοι οι δρόμοι οδηγούν σε σένα.

Είσαι η χαίνουσα πληγή των αναμνήσεων

των τύψεων είσαι η επωδός

το πικραμένο ρόδο τ’ αφιονισμένο κρασί

ο ήχος του τραμ που ‘σβησε μες στη νύχτα

ο ήχος της νύχτας στις έρημες στοές

το ανακλώμενο φως του θανάτου…

…Άνθος περίτεχνο λεηλατημένο

κηροπήγιο πουλημένο σε πονηρούς σαράφηδες

οσμή του νοτισμένου χόρτου

διάθλαση αχτίδας στη τζαμόπορτα του μπάνιου

αργυρή τέφρα στα σεληνόφωτα δέντρα

θανατερή πνοή του χτες

οι δρόμοι όλοι οδηγούν σε σένα.


III


Είσαι η εποχή των πικρών στερήσεων

δισύλλαβη ανταρσία

πυρπολείς τ’ απόκρυφα οράματα

εξουσιάζεις τα σύννεφα, την ομίχλη

σκοτεινών αναμνήσεων παγιδεύεις

τα φωνήεντα των λέξεων υποκλέπτεις

τον ειρμό της σιωπής είσαι

η πράσινη απορία η κίτρινη αμφιθυμία

το μεταίχμιο των αποφάσεων

η σύνοψη των φόνων που δεν διέπραξα

η ατελέσφορη πρόθεση που δηλητηριάζει τους πόρους της μνήμης

η οργή που κοχλάζει μέσα στα ποιήματα.

Είσαι η κληματαριά του παλιού μας σπιτιού

εκεί που μαζεύονταν οι φίλοι

ν’ αποκρυπτογραφήσουν τον κώδικα της μοναξιάς.


IV


Είσαι η απροσπέλαστη γαλήνη

η μοναξιά που ζήτησα μετά την πυρκαγιά·

είσαι η αποσύνθεση των ονείρων

βγαίνεις τη νύχτα μυστικά

κλείνεις αθόρυβα την πόρτα

γίνεσαι μια λεύκα μέσα στη βροχή

φιλεύεις δάκρυα τους ζητιάνους στις γωνιές των δρόμων

ταΐζεις τα περιστέρια σπόρους λησμονιάς

γυρίζεις το ίδιο αθόρυβα στο σπίτι

γίνεσαι η σκοτεινή ταραχή του αίματος

ανάβεις τη λάμπα κλείνεις τα παντζούρια

γράφεις σύντομα γράμματα σα συνθήματα στους τοίχους

“δεν ωφελεί να τα θυμάσαι δεν ωφελεί”.

Είσαι η απροσπέλαστη μοναξιά

η γαλήνη που ζήτησα μετά τον πυρετό.


V


Είσαι η συντριβή του θάρρους η οριστική εγκατάλειψη·

η σάπια μέρα που απόκανε να πολεμάει τη συννεφιά

και παραδόθηκε αμαχητί στη νύχτα χωρίς

να διεκδικήσει την εφήμερη έστω δόξα ενός ηλιοβασιλέματος·

είσαι η νύχτα που φέρνει την απόγνωση

στα μάτια των φοβισμένων παιδιών

στα κουρασμένα μάτια των μοναχικών ποιητών

τα βοώδη μάτια των καρτερικών μανάδων

στα κόκκινα μάτι των πεινασμένων σκύλων.

Είσαι η άοσμη νύχτα των κλειστών δωματίων

εκεί που μια ώριμη γυναίκα περιμένει καπνίζοντας

μες στο σκοτάδι καπνίζει περιμένοντας

τον παράνομο εραστή της.

Όχι, εσύ δεν είσαι η εύοσμη νύχτα των αγρών.


VI


Έλεγαν πάλι οι προφητείες πως θα φύγεις.

Ήταν άβολα εδώ μίζερα φτωχικά·

θα ξαναγύριζες μια μέρα στις πηγές της νύχτας

στις ρίζες των δακρύων σου εκεί

όπου φυτρώνουν τ’ άγρια όνειρα

μες στα σκοτάδια της ανυπαρξίας.

Το ξέραμε. Όλα τα χρόνια που ‘μεινες κοντά μας

άλλο δεν κάναμε – προετοιμάζαμε την αναχώρηση.

Μαζεύαμε τα λόγια ΄να-ένα

τα διπλώναμε προσεκτικά όπως τ’ ασπρόρουχα

τα βάζαμε με τάξη στο μεγάλο ταξιδιωτικό σου σάκο

μαζεύαμε του ήχους του δάσους

τη δροσιά απ’ τα πέταλα των λουλουδιών

τα μελαγχολικά χαμόγελα των μοναχικών παιδιών.

Πάρτα μαζί σου. Εμείς τι να τα κάνουμε;

Εδώ είναι άβολα εδώ είναι μίζερα

δεν είναι αυτός τόπος για σένα.


VII


Με σένα κλείνει αυτός ο κύκλος των θλίψεων

πρωινή διαύγεια στο βουνό

βραδινή αιθρία στη θάλασσα

στήλη υδραργύρου θαμμένη

κάτω από σωρούς ανώνυμες μαργαρίτες διατρέχεις

όλα τα στάδια της αποσύνθεσης

ώς να παγώσεις εξαίσια

στην αθανασία.

Αυτός ο κύκλος των θλίψεων

κλείνει με σένα.


Πρώτη δημοσίευση: ΤΡΑΜ/ΕΝΑ ΟΧΗΜΑ. Δεύτερη διαδρομή, όγδοο τεύχος. Μάρτης 1978. Θεσσαλονίκη.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου