Στο παράθυρο φάνηκε το πουλί και μου έκανε νόημα να βγω έξω. Σε λίγο πετούσαμε μαζί πάνω από κήπους με μηλιές, μουσκεμένους στην υγρασία. Το πουλί φλυαρούσε στ' αυτί μου: "Η σπηλιά, που σου έχω πει τόσες φορές, δεν είναι μακριά. Το βατράχι που φυλάει μπροστά με ξέρει, τον πατέρα του τον έλιωσε προχτές η ρόδα της βοϊδάμαξας. Εκεί, στη σάπια κάσα, ανάμεσα στους παλιούς δυόσμους, είναι κρυμμένο το παλιό χέρι".
Τρεις δεκάρες
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου