Όταν τον χτύπησεν η σφαίρα
σήκωσε το δεξί του χέρι
γράφοντας ένα ημικύκλιο αποχαιρετισμού
στ’ αρυτίδωτο φως του πρωινού.
Απ’ τ’ ανοιγμένα του χείλη
βγήκε η στερνή φωνή — ένας λυγμός
που κούρνιαζε στο στήθος
απ’ τα παιδικά του χρόνια
προσμένοντας τούτην ίσα ίσα τη στιγμή.
Έπεσε μπρούμυτα στο κοκκινόχωμα
σαν άδειος σάκκος. Κι ευθύς
ο όγκος του κορμιού πήρε να λιγοστεύει
σα ν’ άρχιζε κιόλας αργή η κάθοδος
στη γης. Το τανκ πέρασε πλάι του
πατώντας σιδερένια βούλα στο ματοβαμμένο χώμα
επικυρώνοντας τ’ αμετάκλητο του θανάτου.
Πηγή: Γιώργος Μανουσάκης, Τρίγλυφο (1976)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου