Διαβάζεις την Αγία Γραφή, χρυσές σελίδες.
Διαβάζεις λόγια ωραία που μιλάν για αγάπη.
Διαβάζεις και για τον Πλάτωνα, όλους τους σοφούς
που λεν για ελπίδα, για χαρά, για αγάπη, για ειρήνη.
Μα αυτά λέω σαν ανόητα τα νιώθει ο νους,
σα να λένε για λεπρούς ή για νεράιδες.
Αλλά το ξέρεις όταν άνθρωπο χρειαστείς,
πως σαν τον εαυτό σου εσέ δε σ’ αγαπάει κανείς.
Επάσχισα κι εγώ να γίνω κάποιος.
Στα δεκατρία δούλεψα καλά στο τραμ,
μα κι αν δεν έγινα γιατρός, στρατιωτικός,
τον βασιλιά τον υπηρέτησα πιστά,
ποτέ στους χαλεπούς καιρούς δεν πρόδωσα.
Ούτε όταν οι Άγγλοι τα ‘καναν σμπαράλια εδώ.
Κι όταν γίναμε, γίναμε ανεξάρτητοι ήμουν νομιμόφρων,
μα σαν τον εαυτό σου εσέ δε σ’ αγαπάει κανείς.
Πράγματι τους μικρούς εμάς της μεσαίας τάξεως
μας φέρνουν γύρω σαν καφέδες σ’ αγρυπνία,
οι υπάλληλοι μας έχουν σαν γαϊδούρια στη σειρά,
μας κοροϊδεύει ο όχλος όταν προσπαθούμε
να `χουμε τρόπους, να μιλάμε καθαρεύουσα.
Έτσι ούτε σύλλογο έχουμε και είναι να μας κλαις.
Μα μόνο τούτο ξέρουμε καλά και εμείς,
πως σαν τον εαυτό σου εσέ δε σ’ αγαπάει κανείς.
Brendan Behan (1923-1964)
μετάφραση: Βασίλης Ρώτας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου