Νυχτερινό λιμάνι σιωπηλό, ερημωμένο.
Μαύρα, αραγμένα καΐκια, δίχως φώτα.
Μια μυρωδιά από πανάρχαιο, μουσκεμένο ξύλο,
από σκοινί και σίδερο. Μέσ’ από κάποιο αμπάρι
τινάχτηκαν θεοσκότεινες φωνές. Κι αμέσως
άναψε ο προβολέας του Τελωνείου. Στ΄άσπρο φέγγος
φάνηκαν πάνω στο κατάστρωμα οι δύο θερμαστές
να κουβαλούν ένα γυμνό, μαχαιρωμένο παλικάρι.
Σάμος, 28.VII.64
Από την ποιητική συλλογή «Επαναλήψεις, Α΄».
Από το βιβλίο: Γιάννης Ρίτσος, «Ποιήματα», τ. Ι΄, Κέδρος, Αθήνα 1989, σελ. 19.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου