Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2020

Attilio Bertolucci-Χείμαρρος


Αφρισμένο, κρύο,

σγουρό των χειμάρρων νερό,

εσύ με ξελογιάζεις

και ποτέ μου ομορφότερο από σένα δεν εγνώρισα·

ο βουή σου με κουφαίνει,

αντηχεί η καρδιά μου.

Εγώ όμως πού είμαι; Σε τίποτα μεγάλα σκουροκόκκινα

κοτρώνια, δέντρα, δάση ανάμεσα

που σκιερά τα διασχίζουν μονοπάτια;

Ο ήλιος με κάνει να ιδρώνω λιγάκι,

με χρυσώνει. Ω, τούτος ο ήσυχος θόρυβος,

η μοναξιά ετούτη!

Και αυτός ο μύλος που τον βλέπεις δεν τον βλέπεις,

στις καστανιές ανάμεσα, ρημαγμένος νά ’ναι.

Κατάκοπος νιώθω, ευτυχής

σαν σύννεφο ή σαν δέντρο νοτισμένο.


Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου