I
Ίσως ν’ αποκοιμήθηκαν και δεν ακούγεται τίποτα
Στον ουρανό και στη γη. Ίσως να ’χουν πεθάνει
Έναν άφθαρτο θάνατο μαζί με τ’ αγάλματα,
Που κέρδισαν την εντέλεια και δεν ελπίζουν.
(Όμως τ’ αγάλματα μιλούν κι ας μην τ’ ακούει κανείς,
Προφέρουν ονόματα νεκρών, προσεύχονται για τους ανθρώπους.)
Ίσως ν’ αποκοιμήθηκαν οι Άγγελοι. Μα πιο πολύ
Έχουν σβήσει το βλέμμα μας σαν τα καράβια του άλλοτε,
Που άφησαν πίσω τα τελευταία κουρέλια τους
Στις ράχες των θαλασσών, ανεμίζοντας την ανάμνηση.
Το χιόνι είναι πιο καθαρό απορροφώντας τάφους και σχήματα,
Γράφοντας ίχνη και σταυρούς στην άγραφη όραση.
Το χιόνι είναι πιο διάφανο απ’ τη στεγνή τούτη λευκότητα
Από στιλπνό χαρτί σκεπάζοντας τις εικόνες.
Η απουσία είναι μια νύχτα χωρίς άνεμο...
Όμως το τίποτα μπορεί να ’ναι το σχήμα μιας υπόσχεσης
Σβήνοντας το χθες και το αύριο μέσα σε μια νηνεμία,
Όπως τα χιονισμένα κοιμητήρια όπου κοιμάται ο χρόνος
Αφήνοντας τα ίχνη των κοκάλων του στις πεδιάδες.
Σάββατο 13 Νοεμβρίου 2021
Γιώργος Θέμελης-Ακολουθία (αποσπάσματα)
II
Πρέπει να δεχτούμε την απουσία, πρέπει να την αγαπήσουμε,
Όπως αγαπούμε το ανύπαρκτο σώμα του ίσκιου μας
Επάνω στη σκόνη που έστρωσε η βιαστική φυγή μας.
Ίσως να μην υπήρχε σκόνη, αν δεν υπήρχε φυγή,
Πόδια διπλά που εξαφανίζονται και ίχνη που τρέχουν.
Ίσως ο χρόνος να είναι ο κύκλος μιας περιπέτειας,
Που χάραξαν τα τρομαγμένα πουλιά πίσω απ’ τους Αγγέλους,
Για να διαιωνίζεται η αντήχηση στις διαστάσεις του σχετικού,
Ανάβοντας φώτα και πανιά πάνω στις άδειες θάλασσες,
Διαγράφοντας τη γεωγραφία της νοσταλγίας σε κόλπους μακρινούς.
Εδώ, μέσα στη σκόνη του ταξιδιού ακούγονται οι φωνές,
Οι ακατάπαυστες υψωμένες φωνές, που δεν έχουν πού να σταθούν
Μες στην αμφιβολία του σχετικού. Γι’ αυτό επιστρέφουν πάντα πίσω
Και θορυβούν από μακριά χωρίς να κουράζονται ποτέ
Με τη δοκιμασία της μνήμης και του κρύσταλλου που κινδυνεύει.
Εδώ, μέσα στη χιονισμένη έκταση κοιμάται η άλλη άνοιξη.
Υπάρχουν όλα, επειδή υπάρχεις εσύ, υπάρχουν οι Άγγελοι,
Υπάρχω κι εγώ για να πετροβολώ τ’ αβέβαια είδωλα και ν’ ανιχνεύω τη φυγή,
Να δοκιμάζω με κοφτερή ανυπομονησία του ύπνου την υπομονή.
Ίσως μπορέσω να υποδεχτώ τη σκόνη που έρχεται από παντού
Μες σε καπνούς και θόρυβο με συνοδεία μουσικής.
Ίσως μπορέσω να προσεύχομαι και να κοιτάζω τον ουρανό.
III
Έπρεπε να γυμνωθούμε πριν απ’ τη δοκιμασία της έσχατης ώρας.
Έπρεπε να μιλήσουμε προτού μας εύρει η νύχτα.
Μα αυτό το πριν, το πριν απ’ την ετοιμασία, δεν ετοιμάσθηκε ποτέ,
Όπως τοιμάζονται τ’ αμάξια των μεγάλων ωρών.
Δεν πρόφτασε την έξοδο της τελευταίας ελπίδας
Σαν άλογο ψηλό κομίζοντας την αγγελία μιας τελετής.
Ας το περίμεναν δρόμοι και δυνατότητες κήπων
Στο σταυροδρόμι του ενδεχόμενου.
Ωστόσο θα μπορούσε να επικρέμονταν μες στην πυκνή βροχή σε πτήση αβέβαιη
Απελπισμένου περιστεριού.
Τώρα έγινε αυτό που έγινε, το πιο παράξενο,
Το πιο συντριπτικό ρήγμα του χρόνου,
Που δεν μπορεί να ξεγίνει γυρίζοντας πίσω
Σαν ένα ποτάμι που στράφηκε προς την πηγή.
Ύστερα ήρθε το ύστερα σαν πτώση μιας πέτρας.
Θα καρτερέψω την επιστροφή στην ίδια διασταύρωση,
Έστω σαν ένα αμφίβολο φτερό επάνω απ’ τα νερά.
Μόνο και μόνο για ν’ αλλάξω την κατεύθυνση των ποταμών,
Την κοίτη του αναπότρεπτου, ματαιώνοντας το πριν και το ύστερα.
IV
Εμείς, που δεν μετρούσαμε αριθμούς στους ανθισμένους κήπους,
Γυρεύουμε τον ουρανό στον χάρτη της αγρύπνιας.
Αξεδιάλυτη γεωμετρία. Κατοικίες βυθισμένες στον άνεμο,
Δίχως τον ύπνο του ψαριού με μάτια σε θαλασσινούς καθρέφτες,
Όπως τα σπίτια των νεκρών που βλέπουν προς τη θάλασσα.
Η θάλασσα δεν είναι θάλασσα, η θάλασσα η απρόσιτη,
Μην ξεχωρίζοντας σκιά ουρανού ή μαύρο κατράμι.
Το φως δεν είναι το φως που πρωτοείδαμε στα πρόσωπά μας,
Το δέντρο δέντρο υπαρκτό, το χελιδόνι χελιδόνι.
Έχουμε χάσει τα ορόσημα τ’ ουρανού και του χρόνου στον δαίδαλο των δρόμων,
Του ορατού και τ’ αοράτου. Έχουμε χάσει
Την ακριβή ώρα και κανείς δεν ξέρει
Την ώρα που θα σημάνει η σάλπιγγα της τελευταίας αλλαγής
Ανάμεσα στ’ ανύποπτα τούτα σπίτια που γέρνουν να εξαφανιστούν
Με ύφος παντοτινής απουσίας, ψευτίζοντας το αόρατο.
Όμως τα σπίτια κάποτε υπήρχαν πραγματικά
Με τα μεγάλα τους ρολόγια στο ύψος των τοίχων σημαίνοντας τους γυρισμούς
Της βροχής και της γέννησης, του ήλιου και του φεγγαριού,
Κι οι πεθαμένοι ήταν ωραίοι, πιο ωραίοι από τους αετούς.
Δεν πρέπει να τραγουδούμε μέσα στη νύχτα, να μην ξυπνήσουμε τους κοιμισμένους,
Ούτε να χτυπούμε μάταιες πόρτες. Κανείς δεν αποκρίνεται.
Κανείς δεν ξέρει την ώρα που έρχεται ξάφνου η μουσική.
V
Ποιος ξέρει να πει για τ’ αφημένα σπίτια στον άνεμο,
Τι έπεσε κι έσβησε τη φωνή τους που έφεγγε τις νύχτες
Διώχνοντας τα φαντάσματα. Ίσως το γλήγορο πέρασμα
Κάποιου αλόγου ξαφνιάζοντας τους διαδρόμους.
Ίσως μια πέτρα αιφνίδια, η πέτρα του αδυσώπητου.
Ήρθε από μακριά, πολύ μακριά, γράφοντας κύκλους;
Ήρθε από κοντά; Κανείς δεν ξέρει να πει από πού έπεσε
Μες στην τρομαχτική κραυγή των καθρεφτών
Χωρίς υποψία και στοχασμό συντρίβοντας τα τζάμια και τα είδωλα
Του πιθανού. Μπορεί να τη σπρώξαμ' εμείς χωρίς να το ξέρουμε
Με αδέξια κίνηση. Μπορεί να την έριξε ξάφνου ο άλλος,
Ο άγνωστος που μας ακολουθεί επάνω στα ίχνη,
Μετρώντας πίσω τα ίχνη μας, σβήνοντας τους χτύπους
Του ύπνου και του ρολογιού.
Αν η μουσική κατάγεται απ’ τα πουλιά,
Όταν κυλούν ανάμεσα στις πέτρες πλησιάζοντας το ανέκφραστο
Πριν ξεψυχήσουν, λίγο πριν ξεψυχήσουν, ας αρχίσουν τα όργανα.
Ίσως ξυπνήσουν όσοι κοιμούνται και σηκωθούν
Μες στα μεσάνυχτα, αλλάζοντας τα μεσάνυχτα. Ίσως ξυπνήσουν,
Ανοίγοντας τον χρόνο σαν ένα βιβλίο κλειστό.
VI
Ας σταματήσουν οι λιτανείες των ωρών. Γυρίζει πίσω
Η φωνή της τελευταίας μου προσευχής ανάμεσα σε υλακές
Και χάλκινους ήχους. Έρχεται πίσω να με διαψεύσει σε ώρα σκληρή,
Να ματαιώσει την ετοιμασία μιας τελετής σβήνοντας όλα τα φώτα.
Ας κλείσουν οι νύχτες της υπομονής. Πρέπει να δοκιμάσουμε
Την αντοχή των καθρεφτών. Πρέπει να προσπεράσουμε
Τους δισταγμούς της αδυναμίας και της φθοράς ανοίγοντας μεγάλες ρωγμές
Χωρίς να φοβηθούμε τους ύποπτους διαδρόμους της μεταμέλειας.
Ας κινδυνέψουμε να μας αποκοιμίσουν οι νυχτοφύλακες
Και να μείνουμε εκεί, να γίνουμε τα πετρωμένα σώματα,
Που φράζουν τις πόρτες και τις κλίμακες του ανύπαρκτου.
Ίσως το ανύπαρκτο να είναι το πιο υπαρκτό στην ανθισμένη του πληρότητα.
Το άφθαρτο δέντρο της αρμονίας του τίποτα σαν ένα υπέρτερο τίποτα
Περιέχοντας το ναι και το όχι, το πριν και το ύστερα,
Κι ο χρόνος να είναι ο έρημος κήπος του ίσκιου του.
Ας μείνουμ’ εκεί. Ας αράξουμε μες σ’ ένα πάγιο φως
Μες στην απέραντη περιπέτεια της ακινησίας του αριθμού και του ήχου.
VII
Κάθομαι τώρα εδώ ανιχνεύοντας την κοιμισμένη στάχτη,
Το σχήμα της φωτιάς, που απογυμνώθηκε πριν υψωθεί,
Ρίχνοντας πίσω την τελευταία της ματαιότητα.
Συλλογίζομαι τ’ ανύποπτα πουλιά που δίνονται στη φυγή δίχως πουκάμισο.
Τα καράβια πο’ ’χουν το σχήμα ενός νεκρού αετού και κανείς
Δεν μπορεί να τ’ αγγίξει. Ούτε μπορεί κανείς να ιδεί
Τ’ αγάλματα που είναι αόρατα μένοντας ορατά,
Που στέκουν απρόσιτα, όπως τα κρύσταλλα, χωρίς να συντρίβονται,
Σαν τις μικρές αγάπες που δεν αντέχουν στον άνεμο.
Συλλογίζομαι τους πληγωμένους αετούς και τις μεγάλες αγάπες,
Που κατεβαίνουν, μαζεύοντας τα φτερά δίχως να αφήσουν
Το πέταγμα, χωρίς να ταπεινώσουν την περηφάνια, μέσα στον ύπνο.
Εκεί μονάχα μπορούν να χωρέσουν αδίσταχτα, εκεί
Μπορεί να τις δεχτεί κι η πιο μικρή καρδιά δίχως να σπάσει.
Δεν είμαστε πουλιά. Δεν έχουμε την καθαρή γραμμή τους,
Σαν κείνη του περιστεριού που ισορροπεί στον άνεμο.
Ούτε την όψη ενός καραβιού που αγγίζει τη θάλασσα
Γεμίζοντας το αχώρητο. Όμως μπορούμε ίσως να πλησιάσουμε
Ν' αγγίσουμε την άσπιλη γραμμή στο ύψος των αγαλμάτων,
Στην ένταση της άνοιξης του πιο σκληρού ορατού.
***
Ο καθένας έχει το άγαλμά του στον κήπο της παρουσίας,
Ανάλογα με το τετράγωνο της ευρυχωρίας του και της καρδιάς.
Το κάθε άγαλμα έχει τον καθρέφτη του μέσα στη νύχτα,
Στο τελευταίο σκαλί της ανάμνησης του καθενός.
Ο καθένας στηρίζει το άγαλμά του στη μέσα του άνοιξη.
Το κάθε άγαλμα γονιμοποιεί τη μέσα μητέρα του καθενός,
Όπως το χελιδόνι στηρίζει την άνοιξη κι η άνοιξη το χελιδόνι,
Όπως η βροχή σηκώνει το δέντρο και το δέντρο τη βροχή
Κι ο έρωτας είναι η βροχή και το δέντρο, το δέντρο κι η βροχή.
Η μέσα μητέρα του καθενός ερωτεύεται τη βροχή και την καλεί
Αγναντεύοντας το άγαλμά της από το φωτισμένο της παράθυρο.
Από τη συλλογή Ακολουθία (1950)
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου